Monday, May 25, 2009

Η ιστορία των Δελφών

Ο θρύλος λέει ότι οι Δελφοί ήταν το σημείο που συναντήθηκαν οι δύο αετοί. όταν ο Δίας τους έστειλε να πετάξουν από δύο διαφορετικές κατευθύνσεις. Σ'αυτό το σημείο ο Δίας έριξε τον ιερό βράχο και οι Δελφοί έγιναν γνωστοί στα πέρατα του τότε κόσμου ως ο ομφαλός της Γης, το κέντρο του κόσμου.
Πριν όμως γίνει αυτό γεγονός, αυτή ήταν η περιοχή που ζούσε η θεά Γαία με τον προστάτη της και γιό της, το ερπετό Πύθωνα. Ο Απόλλωνας γιός του Δία έφυγε από τον Όλυμπο με σκοπό να σκοτώσει τον Πύθωνα και να κατακτήσει αυτό το όμορφο και ιερό μέρος.

Ο Απόλλωνας Θεός της χάρης, της μουσικής, του φωτός και της καλλιτεχνίας με την σφαγή του Πύθωνα έδωσε στους Έλληνες τον θρίαμβο της κατατρόπωσης του πωτόγωνου ενστίκτου, δίνοντας ταυτόχρονα ώθηση στην άνθηση και στην πραγματοποίηση καλλιτεχνιμάτων σε όλους τους τομείς της μουσικής, γλυπτικής, συγγραφής και του τραγουδιού.

Μετά την σφαγή του Πύθωνα ο Απόλλωνας αυτοεξορίστηκε με σκοπό την αυτοτιμωρία και τον εξαγνισμό του, πριν επιστρέψει νικητής στους Δελφούς.

Δέλφις σημαίνει στ' αρχαία Ελληνικά Δελφίνι, και γι' αυτό οι Δελφοί ονομάστηκαν έτσι. Προς τιμή του δελφινιού, και αυτό γιατί αυτή τη μορφή πήρε ο Απόλλωνας κατά το ταξίδι της επιστροφής του, οδηγώντας το καράβι με τους Κρήτες ναυτικούς με σκοπό να μείνουν στους Δελφούς για να χτίσουν το ιερό του και να γίνουν οι ιερείς του.

Με την επιστροφή του ο Απόλλωνας στέφηκε επισήμως προστάτης και άρχοντας των Δελφών. Στο σημείο που έγινε η σφαγή του Πύθωνα, τοποθετήθηκε ο ομφαλός βράχος. Ο ομφαλός σημαίνει "κέντρο της γής" και εκεί ήταν το Ιερό Μαντείο των Δελφών.

Στο κέντρο της Γής.Κατά τον 7ο αιώνα π.χ. οι Δελφοί ήταν μια πολύ σημαντική πόλη καθώς ήταν το κέντρο της Αμφικτιονίας. Επισήμως όμως ήταν κάτω από την δυναστεία του Κροίσου. Ο Κλεισθένης όμως τύρανος της Σικυώνας ελευθέρωσε την πόλη κατά το 585 π.χ. όπου και ακολούθησε η πραγματική άνθηση της πόλης που οδήγησε στην φήμη και την δόξα της.

Ο Κλεισθένης έχτισε καινούργιες ενότητες στον ναό, και το θησαυροφυλάκιο, και ήταν εκείνος υπεύθυνος για την έναρξη των Πυθίων, ανάλογων των Ολυμπιακών αγώνων, και που τελούνταν κάθε τέσσερα χρόνια όπως και οι Ολυμπιακοί αγώνες.

Κατά την περίοδο των Πυθίων αγώνων, εκτελούνταν παραστάσεις στο θέατρο, και στο στάδιο οι 7000 θεατές παρακολουθούσαν τους αθλητές ν' αγωνίζονται στα αθλήματα, καθώς και αρματοδρομίες.
Οι Δελφοί ήταν το σημαντικότερο ιερό μέρος της Αρχαϊκής περιόδου στην Ελλάδα (750-550 π.χ.). Κάθε πόλη που είχε σκοπό την αποίκηση εκτός των τότε Ελληνικών συνόρων, έπρεπε να συμβουλευτεί τους χρησμούς από το Μαντείο των Δελφών.

Όταν η αποίκηση στεφόταν με επιτυχία, οι προσφορές, και τα δώρα κατέκλυζαν τον ναό σαν δείγμα ευχαριστίας και σεβασμού. Γι' αυτό και οι Δελφοί σύντομα έγιναν η δυνατότερη και ισχυρότερη οικονομικά πόλη της Ελλάδας. Σύντομα ανεγέρθηκαν 20 μαρμάρινα θησαυροφυλάκια για να στεγάζουν τις πολύτιμες και απαράμιλλης ομορφιάς προσφορές.
Κάθε ισχυρή πόλη της Αρχαίας Ελλάδας είχε χτισμένο στους Δελφούς το θυσαυροφυλάκιο της. Οι πόλεις που δεν ήταν τόσο οικονομικά ισχυρές για να χτίσουν το θησαυροφυλάκιό τους ανέγειραν αγάλματα στην Ιερά Οδό.
Από το νησί Σίφνος που κατά την αρχαία περίοδο ήταν από τα οικονομικά ισχυρότερα, έστειλαν εισφορές και έχτισαν ένα πανέμορφο Ιωνικού ρυθμού ναό που ήταν προφανής ο σκοπός του να επισκιάσει τους υπόλοιπους θησαυρούς, και θησαυροφυλάκια.

Οι Αθηναίοι επίσης έχτισαν το θησαυροφυλάκιό τους στους Δελφούς μετά την μάχη του Μαραθώνα κατα΄την οποία υπερνίκησαν τους Πέρσες.
Οι νίκες του Αθηναίου ήρωα Θησέα αναπαριστούνται στα εντυπωσιακά ανάγλυφα που περιτριγυρίζουν το Αθηναϊκό θησαυροφυλάκιο. Επίσης στους τοίχους του Αθηναϊκού θησαυροφυλακίου υπήρχε τεράστιος πίνακας από μαλακή πέτρα, έτσι ώστε οι επισκέπτες του θησαυροφυλακιίου να χαράζουν τα αναθήματα, τις ευχές και τις αφιερώσεις τους. Ήταν αξιοσημείωτο ότι στους Δελφούς κάθε συμαντική πόλη είχε χτισμένο το θησαυροφυλάκιό της.
Οι Δελφοί όμως ήταν ουδέτερη ζώνη και έβλεπες να γειτονεύουν τα θησαυροφυλάκια πόλεων που βρίσκονταν σε εμπόλεμη κατάσταση μεταξύ τους. Όταν οι Συρακούσες νίκησαν την Αθήνα στην κρίσιμη μάχη κατά τον Πελοποννησιακό πόλεμο, έσπευσαν να χτίσουν το μεγαλόπρεπο θησαυροφυλάκιό τους ακριβώς απέναντι από αυτό των Αθηνών. Όλες οι πόλεις κράτη τις Ελλάδος συνεισέφεραν οικονομικά και έστελναν θησαυρούς κατά συρροή στους Δελφούς.

Όπως ο Δωριακού ρυθμού, μεγαλόπρεπος ναός που ανεγέρθηκε, κατά την Αρχαϊκή περίοδο και ήταν τοποθετιμένος σ'ένα από τα λίγα επίπεδα σημεία του ιερού χώρου του Μαντείου των Δελφών. Πάνω από την είσοδο του ναού ήταν χαραγμένα - σκαλισμένα γνωμικά όπως: "γνώριζε τον εαυτόν σου".

Στο Μαντείο έρχονταν όλοι όσοι επιθυμούσαν κάποια συμβουλή. Το Μαντείο των Δελφών ήταν θρησκευτική εμπειρία κατά την οποία όλα τα ερωτήματα έβρισκαν απαντήσεις και οι συμβουλές των ιερέων του Απόλλωνα ακολουθούνταν κατά γράμμα.

Ο Απόλλωνας ήταν εκείνος που συνβούλευε μέσω της ιέρειάς Πυθείας, η οποία καθόταν στο τρίποδο ανάμεσα στις αναθυμιάσεις που ήταν το μέσο επικοινωνίας με τον Απόλλωνα.

Πρίν από κάθε επικοινωνία με τον Απόλλωνα, έπρεπε να τιρηθούν κάποιοι τελετουργικοί κανόνες από την ιέρια Πυθία.

Πρώτα έπρεπε να πλυθεί στα ιερά νερά της Κασταλίας πηγής για να καθαρίσει και εξαγνίσει το σώμα της εσωτερικά, και μόνο τότε μπορούσε να καθίσει στον ομφάλιο βράχο και ν' αρχίσει την διαδικασία επικοινωνίας με τον Απόλλωνα.

Οι περιγραφές του θρύλου για το Μαντείο των Δελφών που αφορούν την Πυθία και την επικοινωνία της με τον Απόλλωνα μέσω αναθυμιάσεων ανήκαν στην σφαίρα του εξωπραγματικού και ίσως του μύθου, κατά την άποψη ορισμένων αρχαιολόγων.
Το 1892 Γάλλοι αρχαιολόγοι άρχισαν ανασκαφές στην περιοχή του ιερού των Δελφών με σκοπό να βρούν κάτι που να αποδεικνύει ότι πράγματι υπήρχε το χάσμα που επέτρεπε στα αέρια ν΄ αναδυθούν και να δημιουργήσουν το κανάλι "επικοινωνίας” μεταξύ Πυθίας και Απόλλωνα.

Δεν κατόρθωσαν όμως να βρούν κάτι που να το αποδεικνύει, και έτσι ο θρύλλος παρέμεινε στην σφαίρα του μύθου.

Δεν ήταν παρά τα τέλη του 1990 που μια ομάδα αποτελούμενη από ένα αρχαιολόγο, έναν τοξικολόγο, ένα χημικό, και έναν γεωλόγο οι οποίοι υποστήριξαν το αντίθετο. Σύνφωνα με την θεωρία τους, ο ομφαλός βράχος, πάνω στον οποίο καθόταν η Πυθία και ανάμεσα στις αναθυμιάσεις έλεγε στους χρησμούς της, βρισκόταν ακριβώς πάνω από ένα χάσμα που είχε δημιουργηθεί εξαιτίας της ολισθηρότητας των υπογείων πλακών, αφήνοντας μία δίοδο στε οι αναθυμιάσεις αέριων όπως αιθάνιο + μεθάνιο, να ανεβαίνουν στην επιφάνεια του εδάφους και να εισπνέονται πό την Πυθία.

Είναι γνωστό ότι άν κάποιος εισπνεύσει μικρή ποσότητα αιθυλένιου έρχεται σε κατάσταση ευφορίας, και δημιουργούνται περεσθησιακά οράματα. Όταν η Πυθία ήταν στην "κατάσταση" επικοινωνίας με τον Απόλλωνα και ζητούνταν οι ερωτήσεις και συμβουλές, οι απαντήσεις της Πυθίας δίνονταν ασυνάρτητα, εκείνη παραλληρούσε και έλεγε ασυναρτησίες. Οι ιερείς του ιερού ήταν εκείνοι που "μετάφραζαν" και έδιναν κάποιο νόημα στα όσα εκείνη έλεγε. Οι Απαντήσεις του Μαντείου ήταν πάντα σοφές και προνοητικές και γι'αυτό το Μαντείο ήταν αξιοσέβαστο και τόσο φημισμένο, και αναπόσπαστο στοιχείο του Ελληνικού τρόπου ζωής.

Ο φιλόσοφος Ηράκλειτος (500π.χ.) υποστήριξε ότι το Μαντείο ούτε αποκρύπτει, ούτε αποκαλύπτει την αλήθεια, μόνο την υπαινίσσεται. Ένα σχετικό παράδειγμα αυτού είναι: Όταν ο Λύδιος βασιλιάς Κροίσος (βασιλιάς της Λυδίας) ρώτησε το Μαντείο αν ήταν σωστό και σοφό να επιτεθεί στην Ελλάδα, η απάντηση που του δόθηκε ήταν η εξής: Αν επιτεθείς θα καταστρέψεις ένα μεγάλο Βασίλειο. Ο Κροίσος άκουσε τον χρησμό και επιτέθηκε.

Το αποτέλεσμα όμως δεν ήταν το αναμενόμενο. Η στρατιά του Κροίσου ηττήθηκε και το μεγάλο Βασίλειο που καταστράφηκε, ήταν το δικό του.

Ο Κροίσος κατόπιν αυτού δεν έπαψε να υποστηρίζει την σοφία και διορατικότητα του Μαντείου των Δελφών, και πόσο αληθινός αυτός ο χρησμός ήταν.
Ενώ η δύναμη και η δόξα του Μαντείου μεγάλωνε, δυστηχώς αυξήθηκαν και οι πόλεμοι μεταξύ πόλεων-κρατών για το ποιός θα έχει υπό την κυριαρχία του το Μαντείο και τους θησαυρούς του. Οι Φωκιείς, οι Αμφισσείς ακόμα και οι Αθηναίοι, όλοι προσπάθησαν να επέμβουν στην οικονομική και θρησκευτική δύναμη του Μαντείου.
Αλλά ακόμα πιό ενοχλητικό γαι το Μαντείο ήταν ότι οι κατά καιρούς κυρίαρχοι του προσπαθούσαν μεταξύ άλλων να παρέμβουν και να αλλάξουν τους χρησμούς έτσι ώστε οι χρησμοί να λένε ότι άρεσε στον καθένα ν' ακούσει, παραμερίζοντας έτσι την σημαντική επικοινωνία της Πυθίας και των ιερέων με τον Απόλλωνα.

Κατά την Κυριαρχία του Φίλιππου της Μακεδονίας οι Δελφοί δέχονταν επισκέπτες, αλλά όχι σαν τις παλιές εισροές επισκεπτών και προσφορών. Ακόμα και οι Ρωμαίοι πήραν στην κυριαρχία τους το Μαντείο.
Όλοι όμως αυτοί οι καταστροφικοί πόλεμοι για την κυριαρχία του και όλες οι επικείμενες παρεμβάσεις στο έργο του είχαν σαν επακόλουθο να χάσει την αίγλη και την σημασία του. Παρ' όλες τις προσπάθειες να ανακτήσει την παλιά του δόξα τίποτε δεν σταματούσε την παρακμή του, και σύντομα έπαψε να είναι το κέντρο του κόσμου.

Ο τελευταίος χρησμός που δόθηκε ήταν κατά το 362 π.χ. και ήταν ένα μήνυμα στον Παγανιστή Αυτοκράτορα Ιούλιο το οποίο έλεγε: Πήγαινε και πές στον βασιλιά ότι το καλά σφυρήλατο δωμάτιο έχει πέσει στην σκόνη. Ο φοίβος Απόλλωνας δεν έχει πλέον οίκο, ή δάφνη, ή την γάργαρη πηγή. Ακόμα και η πηγή των αερίων έχει στερέψει και δεν υπάρχει πιά. Μετά από τόσους καταστρεπτικούς πολέμους για την κυριαρχία του, και τον ερχομό του Χριστιανισμού, το Μαντείο και το ιερό των Δελφών πέρασε σιοπηλά στο σκοτάδι τις λισμονιάς και τις αφάνιας.

Monday, May 18, 2009

Η αιματηρή θυσία στην αρχαία Ελλάδα

ΣTH ΣYZHTHΣH περί ευσεβείας ανάμεσα στον Σωκράτη-Πλάτωνα και στον μάντη Ευθύφρονα η θυσία ορίζεται ως προσφορά δώρων στους θεούς (το θύειν δωρείσθαι εστί τοις θεοίς), ενώ η προσευχή που κατά κανόνα τη συνοδεύει ως αίτημα για κάποιο αντάλλαγμα. Η πρακτική της θυσίας εντάσσεται λοιπόν σ' αυτό που θα οριστεί παρακάτω ως τέχνη εμπορική από τον Σωκράτη. Για τους αρχαίους Ελληνες οι θεοί είναι οι κατ' εξοχήν δωρητές (δωτήρες εάων) και ο τρόπος να εξασφαλίσει κανείς την εύνοιά τους είναι να δεχτεί αυτό το είδος αμοιβαιότητας που η προσευχή θεμελιώνει άλλοτε στη μελλοντική προσδοκία (do ut des, «δίνω, για να μου δώσεις» ή da ut dem, «δώσε, για να σου δώσω»), άλλοτε στο παρελθόν μιας ιδρυμένης σχέσης (da quia dedisti, «δώσε, γιατί έχεις ξαναδώσει» ή da quia dedi, «δώσε, γιατί σου έχω δώσει»).

Είναι φανερό ότι μόνο αυθαίρετα μπορούμε να απομονώσουμε μία από τις εκφάνσεις της σχέσης αμοιβαιότητας μεταξύ θεών και θνητών που περιέγραψα. Αναθήματα, αναίμακτες προσφορές, απαρχές της σοδειάς καθώς και ύμνοι προς τιμήν των θεών φαίνεται συχνά να τοποθετούνται στο ίδιο επίπεδο από την αρχαία ελληνική γλώσσα. Ετσι, το ρήμα θύειν, μολονότι αρχικά συνδέεται με τις έμπυρες προσφορές, όπως η αιματηρή θυσία, χρησιμοποιείται και για αναίμακτες μέσω κατάθεσης προσφορές. Εξάλλου, τόσο τα θύματα όσο και τα αναθήματα προσφέρονται ως αγάλματα, αντικείμενα που έχουν σκοπό να τέρψουν. Στην πράξη, η αιματηρή θυσία ξεχωρίζει κυρίως γιατί συχνά θεωρείται η πολυτιμότερη προσφορά και γιατί, ακολουθούμενη από συμπόσιο, αποτελεί κανονικά την κορύφωση κάθε γιορτής.

Τα ρήματα σφάζειν ή δειροτομείν περιγράφουν την τομή με τη μάχαιρα ή τον πέλεκυ, που κάνει το αίμα να αναπηδήσει. Στη συνηθέστερη μορφή αιματηρής θυσίας που ακολουθείται από γεύμα αντιτίθενται οι θυσίες στους νεκρούς, που χαρακτηρίζονται και ως εναγισμοί, καθώς και ορισμένα σφάγια (τελετουργικές θανατώσεις που δεν απευθύνονται κατ' ανάγκην σ' ένα θεϊκό αποδέκτη, αλλά δίνουν ιδιαίτερη έμφαση στον ρόλο του αίματος και χαρακτηρίζουν περιπτώσεις έναρξης μάχης, καθαρμού, όρκου και διαβατηρίων τελετών· πρόκειται για ιερά άδαιτα ή και ολόκαυστα, εφόσον τα θύματα παραδίδονται ολοσχερώς στη φωτιά. Δε θα ασχοληθούμε με αυτή τη δεύτερη κατηγορία τελετουργιών.

Στις μυθικές παραδόσεις η αρχή της θυσίας συμπίπτει συνήθως με την αρχή της ανθρώπινης ζωής όπως τη γνωρίζουμε. Το επεισόδιο της ίδρυσης της αιματηρής θυσίας με ανθρώπινη συμμετοχή στην κατάλωση του θύματος από τον Προμηθέα βρίσκεται στο κέντρο της Θεογονίας του Ησιόδου και είναι ένα από τα ελάχιστα σημεία όπου γίνεται λόγος για τους ανθρώπους. Το θέμα της μοιρασιάς των τιμών (κοσμικών βασιλείων, αρμοδιοτήτων, εξουσιών) που διατρέχει όλο το ποίημα εμφανίζεται κι εδώ: η άνιση και απατηλή μοιρασιά ενός ζώου θα καθορίσει και το μερίδιο, τη μοίρα, θεών και ανθρώπων. Προσπαθώντας να εξαπατήσει τον Δία εις όφελος των ανθρώπων ο γιος του Τιτάνα Ιαπετού θα υπονομεύσει άθελά του την κατάστασή τους: το πλούσιο σε κρέας μερίδιο που προορίζεται γι' αυτούς σφραγίζει την εξάρτησή τους από τη γαστέρα: πρέπει να τρώνε για να ζήσουν, άρα και να εργάζονται και να θυσιάζουν ζώα χάρη στη φωτιά (την οποία και θα κρατήσουν, με το κόστος ενός καλού κακού, δηλαδή της γυναίκας). Αντίθετα, η φτωχή μερίδα, τα καλυμμένα με λίπος μηριαία οστά, που καίγονται στη φωτιά, γίνονται σύμβολο της αθανασίας των θεών. Το επεισόδιο υπογραμμίζει τον ρόλο της θυσίας ως πράξης που θέτει όρια ανάμεσα σε θεούς, θνητούς και ζώα, σημαίνει την έξοδο από τη χρυσή εποχή της σύγχυσης, κατά την οποία οι άνθρωποι κάθονταν στο ίδιο τραπέζι με τους θεούς, και τη θεσμοθέτηση μιας από απόσταση «κάθετης» επικοινωνίας μέσω του καπνού που ανεβαίνει από τον βωμό.

Ωστόσο, η μυθική μοιρασιά του Προμηθέα δεν αποτελεί με κανένα τρόπο περιγραφή του τυπικού μιας θυσίας. Αποκλίσεις από το ησιοδικό σχήμα που πλουτίζουν με σάρκα τη θεϊκή μερίδα σημειώνονται ήδη από τον Ομηρο, χωρίς αυτό να προσκρούει στην ομηρική αντίληψη περί δίαιτας των αθανάτων βασιζόμενης σε νέκταρ και αμβροσία. Παρά την πολυμορφία του φαινομένου (οι θυσίες ποικίλλουν ανάλογα με το ιερό, την πόλη, τον ιδιωτικό ή δημόσο χαρακτήρα τους) και τον αποσπασματικό χαρακτήρα των πηγών, οι οποίες, ανάλογα με το είδος στο οποίο ανήκουν, τονίζουν το ένα ή το άλλο χαρακτηριστικό, θα μπορούσαμε να συνοψίσουμε κάποια στοιχεία.

Το ενένηντα τοις εκατό των προσφερόμενων ζώων είναι βοοειδή, αιγοπρόβατα ή χοίροι. Τα μικρότερα ζώα ανταποκρίνονται στις δυνατότητες των ιδιωτών, ενώ άλλα συνδέονται με τις προτιμήσεις κάποιου θεού (ταύρος για τον Ποσειδώνα, σκυλί για την Εκάτη κ.λπ.). Τα ψάρια, αν και σπάνια, δε λείπουν, ενώ τα μη οικόσιτα ζώα συναντώνται μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις.
Μεγάλη προσοχή δίνεται στην επιλογή του εκάστοτε θύματος (είδος, χρώμα, ηλικία, φύλο), το οποίο δεν πρέπει να παρουσιάζει κανένα ψεγάδι (μερικές φορές οργανώνονται πραγματικά καλλιστεία ζώων προκειμένου να επιλεγεί το θύμα), ενώ στη συνέχεια στεφανώνεται, στολίζεται με γιρλάντες και ταινίες ή ακόμα και με επίχρισμα χρυσού στα κέρατα. Τα μέλη της πομπής που θα οδηγήσει το θύμα στον βωμό (πέμπειν τα ιερεία), καθαρά από κάθε μίασμα, είναι κι αυτά στεφανωμένα και σε μερικές περιπτώσεις ντυμένα με ιδιαίτερα ρούχα. Η κανηφόρος, κόρη ευγενικής οικογένειας, φέρει το κανούν, το κάνιστρο, που περιέχει χοντροαλεσμένο κριθάρι και αλάτι (ουλοχύται ή προχύται) καθώς και την μάχαιρα ή σφαγίδα. Αναπόσπαστο στοιχείο της πομπής αποτελεί βέβαια και η μουσική συνοδεία.

Ο χώρος και ο χρόνος της θυσίας οριοθετείται μέσω κυκλικής πορείας του ιερέα γύρω από τον βωμό από τα αριστερά προς τα δεξιά, όπως φαίνεται τουλάχιστον να δείχνει η έκφραση ενδεξιούσθαι βωμόν. Η οριοθέτηση αυτή ολοκληρώνεται με τον τελετουργικό καθαρμό, που περιλαμβάνει όχι μόνο τη νίψη των χεριών, αλλά και το ράντισμα (με τη βοήθεια ενός κλαδιού που αφαιρείται από τον βωμό) του ζώου, του βωμού και των παρευρισκομένων. Τόσο το ράντισμα με τη χέρνιβα όσο και με τους σπόρους του κριθαριού που περιέχει το κάνιστρο (άρχεσθαι χέρνιβα / κανά) δηλώνουν την αμετάκλητη πλέον αρχή της θυσίας και ενώνουν ήδη τα πρόσωπα σε μια θυσιαστική κοινότητα.
Λίγες τρίχες κόβονται από το κεφάλι του ζώου, για να καούν στην πυρά ως απαρχές, μερική προσφορά που καθαγιάζει το όλον. Η ιερή σιωπή (ευφημία) διακόπτεται από την προσευχή που εκφωνείται από τον ιερέα. Υστερα από το αρχικό χτύπημα, που θανατώνει το ζώο, τη σφαγή μπορεί να αναλάβει ο μάγειρος (ο οποίος κάνει στη συνέχεια και τη δουλειά του χασάπη). Μερικές πηγές αναφέρουν την ολολυγή, τελετουργική κραυγή τη στιγμή της σφαγής. Το κεφάλι του ζώου ανασηκώνεται, για να του κόψουν τον λαιμό και να τρέξει το αίμα· ένα μέρος τουλάχιστον πρέπει να τρέξει στον βωμό (αιμάσσειν τους βωμούς). Οταν για πρακτικούς λόγους η σφαγή δεν μπορεί να γίνει ακριβώς πάνω από τον βωμό, τότε το αίμα μαζεύεται μάλλον στο σφαγείον, και από εκεί, ένα μέρος, χύνεται στον βωμό· ορατά ίχνη αίματος στους βωμούς δηλώνουν ότι η λατρεία είναι ζωντανή και προσδίδουν ιερότητα. Επιπλέον, τίποτα δε φαίνεται να απαγορεύει τη χρήση των υπολοίπων του αίματος για διατροφικούς σκοπούς, λουκάνικα αίματος και άλλα παρασκευάσματα.

Ακολουθεί ο τεμαχισμός του ζώου στην τράπεζα, κατ' αρχήν με βάση τις αρθρώσεις του ζώου. Αρχικά αφαιρούνται τα σπλάγχνα και τα μηριαία οστά. Εκτός απ' αυτά, στον βωμό ρίχνονται παραδοσιακά η χολή και η οσφυϊκή χώρα μαζί με την ουρά (την καμπύλη της ουράς, που θα πρέπει να αποτελούσε σημάδι για την αποδοχή ή όχι της θυσίας από τον αποδέκτη θεό, βλέπουμε να εξέχει από την πυρά σε πολλές αγγειογραφίες). Η εξέταση των σπλάχνων, κυρίως του ήπατος (ιεροσκοπία), είναι συχνή σε πολεμικά συμφραζόμενα.

Ενα μέρος από τα σπλάχνα δίδεται στους θεούς (τοποθετούνται μάλλον κατευθείαν στα χέρια ή και τα γόνατα των αγαλμάτων). Τα υπόλοιπα, αφού περαστούν σε οβελούς, ψήνονται στις φλόγες του βωμού και καταναλώνονται όσο είναι ακόμη ζεστά από ένα στενό κύκλο προσώπων που εμπλέκεται άμεσα στη θυσία, τους συσπλαγχνεύοντες. Η άμεση κατανάλωσή τους γύρω από τον βωμό (σπλάγχνων μετουσία), πέρα από την επικοινωνία με τους θεούς, δημιουργεί πολύ ισχυρούς δεσμούς μεταξύ των όσων συμμετέχουν σ' αυτό το πρώτο γεύμα.

Ακολουθεί η εκδορά του ζώου και το τομάρι του προσφέρεται ως γέρας στον ιερέα. Το υπόλοιπο κρέας τεμαχίζεται κατά τρόπο γεωμετρικό σε ίσες μερίδες διαφορετικής αξίας ανάλογα με το μέρος του ζώου από το οποίο προέρχονται και συνήθως βράζει σε λέβητες. Στη δημόσια θυσία η διανομή του αποτυπώνει τόσο σχέσεις ισότητας όσο και τις εκάστοτε τιμητικές διακρίσεις. Το κοινό γεύμα μπορεί να λάβει χώρα επί τόπου και πολλές φορές απαγορεύεται ρητά η μεταφορά του κρέατος εκτός του ιερού (ου φορά). Αλλοτε πάλι το κρέας μεταφέρεται ή και διατίθεται σε κρεοπωλεία για μεταπώληση. Απ' ό,τι φαίνεται (χωρίς να μπορούμε να θίξουμε εδώ το πρόβλημα της κατανάλωσης ζώων από κυνήγι), το κρέας που καταναλωνόταν από τους αρχαίους Ελληνες είχε με τον ένα ή τον άλλο τρόπο περάσει από τους τελετουργικούς μηχανισμούς.
Το μερίδιο των θεών περιλαμβάνει εντέλει πολύ περισσότερα απ' όσα το πιάτο που ετοίμασε για τον Δία ο Προμηθέας: τα λευκά οστά των μηρών δεν είναι πάντοτε απεκδυμένα από σάρκα· μαζί τους ρίχνονται στη φωτιά κομμάτια ωμού κρέατος παρμένα από διάφορα μέρη του θύματος (την κίνηση περιγράφει το ρήμα ωμοθετείν)· για τους θεούς προορίζονται επίσης ένα μέρος των σπλάγχνων, καθώς και άλλα επίλεκτα κομμάτια, που τοποθετούνται σε τράπεζες προσφορών (τραπεζώματα ή θεομοίρια) και καταλήγουν μάλλον στους ιερείς τους ίδιους· τέλος, το «θεϊκό τραπέζι» περιλαμβάνει πολλές αναίμακτες προσφορές, από τους απλούς ουλοχύτας και τα θυλήματα, τα άλευρα δηλαδή με τα οποία αλείφονταν τα μήρια, μέχρι αρτοσκευάσματα και γλυκίσματα διαφόρων τύπων, που είτε καίγονταν είτε αφιερώνονταν μέσω κατάθεσης δίπλα στον βωμό, ενώ δεν λείπουν και οι σπονδές κρασιού που συνοδεύουν το γεύμα. Θα λέγαμε λοιπόν ότι γίνεται προσπάθεια να προσφερθούν στους θεούς όλες οι βασικές τροφές που διασφαλίζουν τη ζωή και αποτελούν σύμβολα του ανθρώπινου πολιτισμού: κρέας, δημητριακά, κρασί.

Η συμμετοχή στη θυσιαστική πρακτική αποτελεί τόσο συνειδητοποίηση της σωστής απόστασης που χωρίζει τους ανθρώπους αφενός από τους θεούς αφετέρου από τα ζώα, όσο και ισχυρό παράγοντα συνοχής της πόλεως και των υποομάδων που εντάσσονται σ' αυτήν (οίκος, φρατρία, δήμος...).
Πηγή: kathimerini.gr

Tuesday, May 12, 2009

Η συμμετοχή των αρχαίων Μακεδόνων στους Ολυμπιακούς Αγώνες

Οι Μακεδόνες, επειδή η Μακεδονία χωρίζονταν από την υπόλοιπη Ελλάδα με δύσβατα όρη που δυσκόλευαν πολύ τις επικοινωνίες, δεν μπορούσαν να μετέχουν ενεργά στην πολιτική και κοινωνική ζωή των άλλων Ελλήνων. Γι' αυτό δεν είχαν αναμιχθεί ιδιαίτερα με τους λοιπούς Έλληνες και μέχρι την εποχή του Βασιλέα Φιλίππου Β΄ δεν είχαν σημαντικές επαφές ή σοβαρές πολεμικές συγκρούσεις μ' εκείνους. Η ευνοϊκή ανάμιξη του Βασιλέα Αλεξάνδρου Α΄, και το ενδιαφέρον του να βοηθήσει στην υπεράσπιση της υπόλοιπης Ελλάδας από τους Πέρσες, συνετέλεσαν στο να του απονείμουν οι νοτιότεροι Έλληνες τον τίτλο του «Φιλέλληνα», που εσήμαινε «Φιλόπατρις» και δινόταν σε Έλληνες και κυρίως σ' εκείνους που δεν περιώριζαν τη δράση και τη σκέψη τους στο κoινό τοπικιστικό ορίζοντα της πόλης ή του κράτους που γεννήθηκαν ή ζούσαν, αλλά είχαν oρίζοντες πανελλήνιας εμβέλειας. Δεν πρέπει να παραβλέπεται ότι παρά τις εδαφολογικές δυσκολίες στην πρόσβαση μεταξύ των Μακεδόνων και των λοιπών Ελλήνων του νότου:


* Οι Μακεδόνες είχαν την ίδια γλώσσα με τους λοιπούς Έλληνες
* Οι Μακεδόνες είχαν την ίδια θρησκεία με τους λοιπούς Έλληνες
* Οι Μακεδόνες είχαν την ίδια αρχιτεκτονική με τους λοιπούς Έλληνες
* Οι Μακεδόνες είχαν τις ίδιες τέχνες με τους λοιπούς Έλληνες
* Οι Μακεδόνες χρησιμοποιούσαν τα ίδια ονόματα με τους λοιπούς Έλληνες
* Οι Μακεδόνες είχαν τα ίδια ήθη με τους λοιπούς Έλληνες
* Οι Μακεδόνες είχαν τους ίδιους μύθους με τους λοιπούς Έλληνες
* Οι Μακεδόνες είχαν τους ίδιους ήρωες με τους λοιπούς Έλληνες
* Οι Μακεδόνες είχαν τα ίδια έθιμα με τους λοιπούς Έλληνες
* Οι Μακεδόνες είχαν τις ίδιες συνήθειες με τους λοιπούς Έλληνες
* Οι Μακεδόνες ήταν Έλληνες
Οι Μακεδόνες, με την αγροτική και ποιμενική τους ζωή, διαβιώντας στο ορεινό τους τοπίο, με τους συχνούς τους αγώνες κατά βαρβάρων επιδρομέων που ήθελαν να κατέβουν στην Ελληνική χερσόνησο, με τις ανωμαλίες τους στη διαδοχή του Θρόνου και παρά απομόνωσή τους από τον υπόλοιπο Ελληνισμό, διετήρησαν τα Ήθη και τα Έθιμά τους, αλλά αρχικά δεν είχαν αξιόλογη πολιτιστική εξέλιξη. Η διαφορά ήταν μεγάλη, ιδίως προς τον προηγμένο πολιτισμό των Αθηνών, που αναπτύχθηκε ανενόχλητος, λόγω των θυσιών των Μακεδόνων με τους αγώνες τους κατά βαρβάρων επιδρομέων. «Μπορεί να θεωρηθεί σήμερα αδιαμφισβήτητο - γράφει ο Καθηγητής Απ. Δασκαλάκης στο έργο του «Ο Ελληνισμός της αρχαίας Μακεδονίας» - ότι εάν οι Μακεδόνες δεν χρησίμευαν πράγματι σαν πρόφραγμα κατά των πάσης νοτίως του Ολύμπου επιδρομών των βαρβάρων, ο Ελληνισμός δεν θα έμενε επί τόσους αιώνες απερίσπαστος να θεμελιώσει τα δόγματα της ελευθερίας και να φθάσει στα περίλαμπρα δημιουργήματα της σκέψεως και της τέχνης, τα οποία κληρονόμησε η σύγχρονη ανθρωπότητα».
Ο πνευματικός και καλλιτεχνικός κόσμος της νότιας Ελλάδας, που προπορευόταν πολιτιστικά, δεν έμεινε αδιάφορος στο άνοιγμα αυτό προς το Μακεδονικό χώρο και έτσι πλήθος καλλιτεχνών σοφών και επιστημόνων βρήκαν ανταπόκριση στο κοινό του Μακεδονικού κόσμου. Η αφομοίωση αυτή ολοκληρώθηκε στον Δ΄ αιώνα. Η τεράστια οικονομική άνθηση και η αξία ηγεσία των Μακεδόνων Βασιλέων, συνετέλεσε σε κοσμογονικές αλλαγές, με καινοτομίες και δημιουργίες σ' όλους τους τομείς της Τέχνης, και προ παντός της μεταλλουργίας, ζωγραφικής και αρχιτεκτονικής, που απετέλεσαν πρότυπο και για τους Ρωμαίους, όπως φανερώνεται στη Πομπηία.
Η μεγάλη αυτή μετατόπιση του κέντρου του Ελληνισμού από το νότο στο βορρά, άρχισε με την εμφάνιση του Μακεδόνα Βασιλέα Φιλίππου Β΄. Οι νίκες του και η ταυτόχρονη παρακμή των άλλων Ελληνικών κρατών-πόλεων, δημιούργησε ένα ψυχολογικό κλίμα ζήλιας και δυσφορίας στους άλλους Έλληνες και κυρίως στους Αθηναίους, όπου διαμορφωνόταν η κοινή γνώμη της Ελλάδος, κατά των, κατά κάποιον τρόπο, αγνώστων σε πολιτική και πνευματική επικοινωνία Μακεδόνων. Όλες οι κατηγορίες περί «βαρβαρισμού» των Μακεδόνων, δεν προέρχονται από φιλοσόφους, ιστορικούς, ποιητές ή άλλους συγγραφείς, αλλά από πολιτικούς ρήτορες και μάλιστα Αθηναίους.

Ο Αθηναίος πολιτικός και ρήτορας Δημοσθένης, ο κύριος πολέμιος του Βασιλέα Φιλίππου Β΄, μιλώντας στους Αθηναίους είπε «... μήπως όλες μας οι ισχυρές θέσεις δεν βρίσκονται στα χέρια αυτού του ανθρώπου; Δεν θα υποστούμε τη χειρότερη ταπείνωση; Δεν βρισκόμαστε ήδη σε πόλεμο με αυτόν; Δεν είναι εχθρός μας; Δεν κατέχει δικά μας εδάφη; Δεν είναι βάρβαρος; Τα χειρότερα των επιθέτων δεν του αρμόζουν;». Στον μεγάλο θυμό του ο Δημοσθένης μίλησε όπως κάνουν όλοι μέχρι σήμερα που βρίζουν κάποιον με πολλά «κοσμητικά» επιθετικά. Όταν ο Δημοσθένης είπε τον Φίλιππο «βάρβαρο», δεν εννοούσε τον Φίλιππο «μη Έλληνα». Αυτό συνάγεται και από το ότι εις τον λόγο του τον Ολυνθιακό Β΄, επαινεί το κράτος των Μακεδόνων, αλλά και διότι δεν θα διενοείτο να αποκαλέσει οιονδήποτε μη Έλληνα ως «βάρβαρο», διότι η δική του καταγωγή του ήταν «βαρβαρική». Ο Αισχύνης στο λόγο του κατά Κτησιφόντα αποκαλεί τον Δημοσθένη συκοφάντη, διότι από τη Σκίθα μητέρα του είναι ... «βάρβαρος» και μόνο κατά τη γλώσσα «Ελληνίζει».
Ο Μακεδόνας Βασιλέας Αλέξανδρος Α΄, που ήταν φιλότεχνος και φίλος του Πινδάρου, έλαβε μέρος στους 80ους Ολυμπιακούς αγώνες, το 460 π.Χ. Έτρεξε σε αγώνα δρόμου στην Ολυμπία και ήλθε με πολύ μικρή διαφορά δεύτερος. Αυτό απετέλεσε όχι μόνο την αφετηρία της συμμετοχής των Μακεδόνων εις τους Ολυμπιακούς αγώνες, αλλά και ένα σημαντικό γεγονός με πανελλήνια απήχηση για την επαφή και επικοινωνία των Μακεδόνων με τους λοιπούς Έλληνες, το οποίο απέβη αποφασιστικό για τα πεπρωμένα του Ελληνισμού.
Μακεδόνες, που έλαβαν μέρος εις τους Ολυμπιακούς αγώνες, ήταν οι ακόλουθοι:
* Ο Βασιλέας Αλέξανδρος Α, στην 80η Ολυμπιάδα, το 460 π.Χ. Έτρεξε το Στάδιο και ήλθε δεύτερος με διαφορά στήθους.* Ο Βασιλέας Αρχέλαος Περδίκας, αγωνίσθηκε στην 93η Ολυμπιάδα, το 408 π.Χ. και κέρδισε στους Δελφούς στο αγώνισμα των τεθρίππων.* Ο Βασιλέας Φίλιππος Β΄ αναδείχθηκε τρεις φορές Ολυμπιονίκης. Στην 106η Ολυμπιάδα, το 356 π.Χ. έτρεξε με το άλογό του. Στην 107η Ολυμπιάδα, το 352 π.Χ. έτρεξε με τα τέθριππά του. Στην 108η Ολυμπιάδα, το 348 π.Χ., νίκησε στη συνωρίδα.* Ο Κλίτων νίκησε στο Στάδιο στην 113η Ολυμπιάδα, το 328 π.Χ.* Ο Δαμασίας ο Αμφιπολίτης έτρεξε το Στάδιο και νίκησε στην 115η Ολυμπιάδα, το 320 π.Χ.* Ο Λάμπου ο Φιλιππίσιος, αναδείχθηκε νικητής τεθρίππων στην 119η Ολυμπιάδα, το 304 π.Χ.* Ο Αντίγονος έτρεξε το Στάδιο και νίκησε στην 122η Ολυμπιάδα, το 292 π.Χ. και στην 123η Ολυμπιάδα το 288 π.Χ.* Ο Σέλευκος έτρεξε το Στάδιο και νίκησε στην 128η Ολυμπιάδα, το 268 π.Χ.* Στην 128η Ολυμπιάδα, το 268 π.Χ., νίκησε μια γυναίκα από τη Μακεδονία στο αγώνισμα των συρομένων από πώλους αρμάτων (συνωρίδα πώλων). Ο Παυσανίας αναφέρει «νικητές λένε πως αναδείχθηκαν στη συνωρίδα μια γυναίκα Βελεστίχη από την παραθαλάσσια Μακεδονία».
Ο Παυσανίας αναφέρει το Φιλιππείον της Ολυμπίας: «Μέσα στην ΄Αλτι βρίσκονται το Μητρώο και ένα οίκημα που ονομάζεται Φιλιππείο ... το έκτισε ο Φίλιππος μετά τη μάχη στη Χαιρώνεια ... υπάρχουν αγάλματα του Φιλίππου, του Αλεξάνδρου, του Αμύντα ... είναι έργα του Λεωχάρους από ελέφαντα και χρυσό όπως και τα αγάλματα της Ολυμπιάδος και Ευρυδίκης». Ο Παυσανίας αναφέρει ακόμα διάφορα αφιερώματα και αγάλματα που έγιναν με εντολή διαφόρων και μνημονεύει «από τους Μακεδόνες ανέθεσαν οι κάτοικοι του Δίου, μιας πόλης από τα Πιέρια όρη, άγαλμα (που εικονίζει) τον Απόλλωνα να κρατεί το ελάφι».

Στις ανασκαφές της Βεργίνας βρέθηκε Τρίποδας, που φυλάσσεται στο Μουσείο της Θεσσαλονίκης, στον οποίο υπάρχει, η επιγραφή: «Είμαι από τους αγώνας, τα Ηραία του ΄Αργους». Κατά ερμηνεία του Ανδρόνικου ο Τρίποδας ανήκε εις τον Αλέξανδρον τον Α΄ και ήταν οικογενειακό κειμήλιο.
Ο Βασιλεύς Αρχέλαος (413-399 π.Χ.) καθιέρωσε εις το ΔΙΟΝ λαμπρούς αγώνες ανά διετία δια τον Ολύμπιο Δίο «τα εν ΔΙΩ ΟΛΥΜΠΙΑ», που διαρκούσαν 9 ημέρες, όσες και οι εννέα Μούσες, οι οποίες προήρχοντο από τα Πιέρια Όρη της Μακεδονίας και κατά την διάρκειά των διδάσκονταν τραγωδίες αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων.
Ο Βασιλέας Αρχέλαος Α΄ (413-399 π.Χ.) οργάνωσε το στρατό και τις συγκοινωνίες και μετέφερε την πρωτεύουσα από τις Αιγές στην Πέλλα. Στην Αυλή του έζησαν ο τραγικός ποιητής Αγάθων, ο επικός Χορίλος, ο διθυραμβοποιός Τιμόθεος, ο τραγικός ποιητής Μελανιπίδης και ο ιατρός και γιός του Ιπποκράτη Θεσσαλός. Ο τραγικός ποιητής Ευριπίδης στην αυλή του Αρχέλαου συνέθεσε τις τραγωδίες του «ΑΡΧΕΛΑΟΣ» και «ΒΑΚΧΕΣ». Ο Ευριπίδης πέθανε και ετάφη στη Μακεδονία.
Στη Μακεδονία ανακαλύφθηκαν ήδη τρία αρχαία θέατρα. Του Δίου, 5ου αιώνα π.Χ., της Βεργίνας (Αιγών), 4ου αιώνα π.Χ. και των Φιλίππων. Σ' όλα αυτά τα θέατρα παίζονταν αρχαίες Ελληνικές τραγωδίες. Στο θέατρο του Δίου μάλιστα, που είναι ανάλογο με εκείνο της Επιδαύρου, πρωτοπαίχθηκαν οι «Βάκχες», ο «Αρχέλαος» και κατά μία άποψη και η «Ιφιγένεια εν Αυλίδι» του Ευριπίδη. Θέμα της τραγωδίας «Αρχέλαος» ήταν η γνωστή παράδοση σχετικά με την μετανάστευση του Αργείου Τημενίδου, Πρίγκιπα της Μακεδονίας και ιδρυτή του Οίκου των Αιγών. Οι τραγωδίες αυτές όπως και όλες οι άλλες που διδάχθηκαν στα θέατρα αυτά, γράφτηκαν στην Ελληνική γλώσσα, γιατί προφανώς απευθύνονταν σε Έλληνες θεατές, τους Μακεδόνες.
Το ΔΙΟΝ, το ιερό των Μακεδόνων, είναι ένας από τους μεγαλύτερους και σημαντικότερους αρχαιολογικούς χώρους της Ελλάδας (1500 στρέμματα), με συγκρότημα λουτρών, που καταλαμβάνει έκταση περίπου 4.000 τ.μ., με ψηφιδωτό δάπεδο, με λεκάνες με μαρμάρινη επένδυση και με τμήμα του συστήματος πολυκαύστων, καθώς και με πολυτελείς αίθουσες, με κιονοστοιχίες και ψηφιδωτά δάπεδα, με σύστημα παροχής και αποχέτευσης νερού, με πήλινους, μολύβδινους και κτιστούς αγωγούς. Το ΔΙΟΝ συνεπώς έπρεπε να αποτελέσει, λόγω και των πνευματικών αγώνων, την αφετηρία της πολιτιστικής Ολυμπιάδος. Δυστυχώς αγνοήθηκε.
Η «Ελληνιστική Εποχή» αποτελεί τεράστιο θέμα και θα φωτισθεί όπως πρέπει μόνο αν δημιουργηθεί Πανεπιστημιακή Έδρα για να διερευνηθεί πλήρως και να γίνει γνωστός στον Ελληνισμό και στον λοιπό κόσμο, ο ρόλος του Ελληνισμού και εις το Ισλάμ, γεγονός που αποτελεί κατά τον καθηγητή Κωνσταντίνο Ρωμανό τον ελλείποντα κρίκο στην Ιστορία του Πολιτισμού. Η επίδραση της Ελληνικής πολιτιστικής και πνευματικής κληρονομιάς που μετεδόθη από τους Μακεδόνες στους λαούς της πρόσω Ασίας, αναφέρεται από όλους τους Αρχαίους συγγραφείς.
Ο Πλούταρχος αναφέρει «Ολόκληρος η Ασία εξημερωθείσα από τον Αλέξανδρο ανεγίγνωσκε τον Ομηρο και τις Τραγωδίες του Ευριπίδη και Σοφοκλή.» Δεν είναι τυχαίο ότι το Κοράνιο αναφέρει τον Αλέξανδρο ως Προφήτη. Οι Εβραίοι υιοθέτησαν το όνομά του. Οι Βουδισταί τον λάτρευσαν ως Ισόθεο. Ο Μέγας Βασίλειος, ως και ’γιος Νεκτάριος, προβάλλουν τον Αλέξανδρο. Ο Διόδωρος χαρακτηριστικά αναφέρει «... Τους εχθρούς ηνάγκαζε ευδαιμονείν ο νικήσας».
Πηγή: kazam.gr

Friday, May 8, 2009

Η Ιατρική Στην Αρχαία Ελλάδα

Στην αρχαία Ελλάδα ο θεός της ιατρικής και της υγείας ήταν ο Ασκληπιός. Κατά τη μυθολογία, ο Ασκληπιός ήταν υιός του θεού Απόλλωνα και της Κορωνίδας, κόρης του βασιλιά της Θεσσαλίας, Φλεγύα. Όταν η Κορωνίδα ήταν έγκυος, περιμένοντας το παιδί του Απόλλωνα, ερωτεύτηκε και παντρεύτηκε έναν θνητό, τον Ισχύ. Ο Απόλλων οργίστηκε με αυτό και διέταξε την αδελφή του, την θεά Άρτεμη, να σκοτώσει την Κορωνίδα, όπως και έγινε. Ενώ το νεκρό σώμα της Κορωνίδας καιγόταν ο Απόλλων έβγαλε το μωρό από την κοιλιά της και το έδωσε στον Κένταυρο Χείρωνα (47) να το μεγαλώσει. Ο Χείρωνας έμαθε στον Ασκληπιό ιατρική και κυνήγι. Ο Ασκληπιός συμμετείχε αργότερα στην Αργοναυτική εκστρατεία με τον Ιάσωνα, ενώ οι υιοί του πολέμησαν στον Τρωικό πόλεμο. Οι αρχαίοι Έλληνες φαντάζονταν τον Ασκληπιό ως έναν δυνατό άνδρα με γένια που καθόταν σε ένα θρόνο. Το ιερό του ζώο ήταν το φίδι και το σύμβολο του ήταν ένα ραβδί. Στην ελληνική μυθολογία υπήρχε και το πρόσωπο του Μαχάονα. Ήταν ο υιός του θεού Ασκληπιού και της Ηπιόνης και προστάτης των ιατρών. Σήμερα, κανένας ιατρός στην Ελλάδα δεν τον γνωρίζει! Ο Μαχάων συμμετείχε, κατά τον Όμηρο, στον τρωικό πόλεμο και φρόντιζε τους τραυματίες και ασθενείς των Ελλήνων (Αχαιών).


Οι Έλληνες είχαν τον μεγάλο ναό του Ασκληπιού στην Επίδαυρο και πολλούς άλλους ναούς σε όλη τη χώρα που λέγονταν ``Ασκληπιεία΄΄ (στην ουσία ήταν θεραπευτήρια) το σημαντικότερο από τα οποία ήταν στο νησί Κω. Στους χώρους αυτούς προσέρχονταν οι ασθενείς. Εκεί οι ιερείς του θεού τους έδιναν διάφορα φάρμακα από βότανα και τους συνιστούσαν την κατάλληλη δίαιτα. Οι ασθενείς εξαγνίζονταν και προσέφεραν τα δώρα τους στους ναούς. Κατόπιν κατέλυαν σε δωμάτια στα οποία τη νύκτα ερχόταν, υποτίθεται, ο θεός μεταμορφωμένος – συνήθως σε φίδι – και τους θεράπευε. Στην πραγματικότητα η θεραπεία γινόταν από τους ιερείς που χρησιμοποιούσαν φυσικά φάρμακα και συχνά έκαναν και χειρουργικές επεμβάσεις!!!


Στην Επίδαυρο ο Ασκληπιός λατρευόταν από τον 16ο αιώνα π.Χ. Αρχικά ο θεός λατρευόταν στο ναό της Επιδαύρου. Το Ασκληπιείο της Επιδαύρου είχε περισσότερο θρησκευτικό χαρακτήρα, σε αντίθεση με το Ασκληπιείο της Κω που είχε περισσότερο επιστημονικό χαρακτήρα. Ο ναός του Ασκληπιού στην Επίδαυρο είχε στο εσωτερικό του το χρυσελεφάντινο άγαλμα του θεού που ήταν καθισμένος στον θρόνο του κρατώντας ένα ραβδί. Στο Ασκληπιείο έρχονταν άρρωστοι από όλη την Ελλάδα και μετά από όλο τον γνωστό κόσμο. Οι ασθενείς αρχικά έκαναν θυσία στον πατέρα του Ασκληπιού, Απόλλωνα, που ήταν και αυτός ιατρός. Μάλιστα, ο Απόλλωνας εθεωρείτο και αυτός θεός της ιατρικής και επιδέξιος χειρούργος. Στο ιερό του Ασκληπιού υπήρχαν ιατρικά εργαλεία, όπως νυστεριά, και γίνονταν και ιατρικές επεμβάσεις! Στο Ασκληπιείο της Επιδαύρου υπήρχε ένας χώρος, το ``άβατον΄΄, όπου κοιμόταν ο ασθενής. Κατά τον ύπνο του δινόταν με ενόραση ο τρόπος με τον οποίον θα έπρεπε να ενεργήσει, ώστε να θεραπευτεί και να θεραπεύσει και τους άλλους. Τον 4ο αιώνα π.Χ. στο Ασκληπιείο δημιουργήθηκε και ιαματική πηγή και οι ασθενείς έκαναν τα ευεργετικά για την υγεία τους ιαματικά λουτρά όπως κάνουν και σήμερα στις λουτροπόλεις. Την ίδια εποχή στο μονόροφο κτίριο του Ασκληπιείου στην Επίδαυρο χτίσθηκαν άλλοι δυο όροφοι, για να εξυπηρετηθούν οι δεκάδες ασθενών που συνέρρεαν από όλη τη χώρα.


Ο πρώτος που θεμελίωσε την ιατρική ήταν ο φιλόσοφος (μαθητής του Πυθαγόρα) Αλκμαίων (τέλος 6ου – αρχές 5ου αιώνα π.Χ.) από τον Κρότωνα, ελληνική αποικία της Κάτω Ιταλίας. Πρώτος υποστήριξε ότι ο εγκέφαλος είναι το κέντρο των αισθήσεων και των οργανικών λειτουργιών. Ο Αλκμαίων έγραψε το πρώτο ιατρικό βιβλίο: το ``Περί Φύσεως΄΄ (συνηθισμένος τίτλους για τους παλαιότερους φιλοσόφους). Ο Αλκμαίων, εκτός των άλλων, περιέγραψε το οπτικό νεύρο και την ευσταχιανή σάλπιγγα στο ους. Επίσης, επινόησε χειρουργικά εργαλεία και έκανε χειρουργικές επεμβάσεις στον εγκέφαλο. Ο Χαλκίδιος χαρακτηρίζει τον Αλκμαίων ως πατέρα της ανατομίας, ενώ άλλοι τον χαρακτηρίζουν ως πατέρα της ιατρικής. Ο γράφων τον χαρακτηρίζει παππού της ιατρικής! Ο Αλκμαίων θεμελίωσε την ιατρική, ενώ αργότερα ο Ιπποκράτης την ανήγαγε σε επιστήμη.

Σημαντική είναι και η συμβολή του Εμπεδοκλή στην ιατρική. Ο Εμπεδοκλής (494 – 434 π.Χ.) ήταν από τον Ακράγαντα (ελληνική αποικία της Σικελίας). Ασχολήθηκε με την φυσική, την μουσική και την ιατρική. Στην ιατρική ήταν ο πρώτος που μίλησε για την ανάπτυξη του ανθρώπινου οργανισμού. Είπε πως τα όργανα του ανθρώπου, από την γέννησή του, υφίστανται μια διαδικασία κατά την οποία αναπτύσσονται προοδευτικά και τελειοποιούνται – όπως συμβαίνει γενικά με όλους τους ιστούς του ανθρωπίνου σώματος. Επίσης, σημαντική ήταν και η συμβολή του Διογένη του Απολλωνιάτη (από την Απολλωνία της Κρήτης) που ήταν φιλόσοφος του 5ου αιώνα π.Χ. Ο Διογένης έζησε στην Αθήνα ως ιατρός. Πιθανότατα προχώρησε σε ανατομές σε πτώματα, δεδομένου ότι περιγράφει ανατομικά το κυκλοφορικό σύστημα του ανθρώπου. Στο Ασκληπιείο της Κω, πριν τον Ιπποκράτη, μεγάλος ιατρός ήταν ο Αίνειος (6ος – 5ος αιώνας π.Χ.).

Ο Ιπποκράτης (460 – 377 π.Χ.) είναι ο πατέρας της ιατρικής. Έζησε στο νησί Κω. Ο πατέρας του ήταν ιερέας στο Ασκληπιείο της Κω όπου συνέρρεαν ασθενείς από όλες τις περιοχές της χώρας. Η ιατρική του άρεσε πολύ και έτσι αποφάσισε να ασχοληθεί με αυτήν. Οι μελέτες του απομυθοποίησαν την αρρώστια που θεωρείτο μέχρι τότε ως μια τιμωρία από τον θεό και την έκανε από αποκλειστικό θέμα των ιερέων του Ασκληπιού, σε πεδίο άσκησης ιατρών – επιστημόνων. Κατά τον Ιπποκράτη η αιτία της ασθένειας βρίσκεται στον ίδιο τον άρρωστο και ο ιατρός χρειάζεται να τον εξετάσει ενδελεχώς για να την βρει. Ο Ιπποκράτης θεμελίωσε την κλινική εξέταση του ασθενή (επισκόπηση, επίκρουση, ψηλάφηση, ακρόαση – με το αυτί τότε) και προχώρησε σε καινοτόμες μεθόδους θεραπείας με βότανα, αφεψήματα κτλ. Αναφέρθηκε αλλού ότι αυτός ήταν ο πρώτος που ανακάλυψε την θεραπευτική ιδιότητα της ιτιάς που περιέχει το ακετυλοσαλικυλικό οξύ το οποίο στα τέλη του 19ο αιώνα η γερμανική εταιρία BAYER παρασκεύασε σε συνθετική μορφή: την, γνωστή σε όλους μας, ασπιρίνη! Η ασπιρίνη είναι παυσίπονο, αντιπυρετικό, αντιφλεγμονώδες και προστατεύει από τις καρδιοπάθειες και τη νόσο Alzheimer (μορφή άνοιας).

Ο Ιπποκράτης ασχολήθηκε και με την ανατομία. Επίσης, επινόησε ειδικά χειρουργικά εργαλεία και προχώρησε σε δύσκολες χειρουργικές επεμβάσεις. Τέτοιες ήταν η διάνοιξη του θώρακα (θωρακοτομή), ο τρυπανισμός του κρανίου (για εγκεφαλικό οίδημα ή όγκο) κ. α. Τα χειρουργικά εργαλεία που χρησιμοποιούσε ήταν νυστέρια, λαβίδες, ενδοσκόπια (!), κρανιακά εργαλεία για τις επεμβάσεις στο κρανίο, εμβρυουλκοί για τον τοκετό και πολλά άλλα εργαλεία. Τα χειρουργικά εργαλεία που χρησιμοποιούσε τα απολύμανε, πριν την εγχείρηση, σε φωτιά ή σε παλιό κρασί (πλούσιο σε οινόπνευμα).


Η φήμη του Ιπποκράτη ήταν τεραστία και επηρέασε όλους τους μετέπειτα φιλοσόφους και ιατρούς (ιατροφιλόσοφους). Ο Ιπποκράτης έγραψε και τον περίφημο όρκο στον οποίον ακόμα και σήμερα ορκίζονται οι απόφοιτοι όλων των ιατρικών σχολών του πλανήτη. Μεταξύ των άλλων ο όρκος λεει: ``…Θα συνιστώ στους αρρώστους μου την δίαιτα που η επιστήμη και η κρίση μου θεωρεί σωστότερη και θα διώξω από αυτούς κάθε βλάβη και επιζήμια τροφή. Ποτέ δεν θα τους δώσω δηλητήριο (βλ. σήμερα ευθανασία), ούτε θα τους δώσω λανθασμένες συμβουλές (βλ. σήμερα ιατρικά σφάλματα και ιατρική αμέλεια). Επίσης, δεν θα εμποδίσω τις γυναίκες να συλλάβουν (στην αρχαία Ελλάδα η οικογένεια και τα παιδία ήταν κάτι ιερό) και δεν θα τις βοηθήσω να κάνουν έκτρωση (βλ. σήμερα ανεπιθύμητες εγκυμοσύνες και αμβλώσεις). Πάνω απ’ όλα θα διατηρήσω αγνή τη ζωη μου και αμόλυντη την τέχνη μου. Σε οποίο σπίτι μπω θα προσφέρω μόνον βοήθεια στους αρρώστους και θα απομακρυνθώ από κάθε άδικη πράξη και βέβηλη επαφή. Και ότι ακούσω από εδώ και πέρα κατά την άσκηση των ιατρικών μου καθηκόντων, σχετικά με την κοινή ζωη των ανθρώπων, αν δεν μου επιτρέπεται, θα σιωπώ και θα το κρατήσω μυστικό, καλά φυλαγμένο΄΄. Με την τελευταία του φράση ο Ιπποκράτης εισάγει και την έννοια του ιατρικού απορρήτου.


Ιπποκράτης είχε σχολή στην Κω και έγραψε 59 βιβλία. Πρώτος μίλησε για τις ασθένειες οξείας μορφής που, όπως έλεγε, σκοτώνουν τους περισσότερους ασθενείς. Μίλησε και για τις χρόνιες ασθένειες. Επίσης, περιέγραψε πολλές ασθένειες και συμπτώματα όπως την πλευρίτιδα, την πνευμονία, τον ``φρενίτιν΄΄ (πυρετός με παραλήρημα), τον λήθαργο, τον ``καύσον΄΄ (υψηλός πυρετός) κτλ. Ο Ιπποκράτης έδωσε τεράστια σημασία στην πρόληψη των ασθενειών και είναι γνωστή η φράση του: ``κάλλιον (καλύτερα) τό προλαμβάνειν, παρά τό θεραπεύειν΄΄. Αυτή ήταν και η γενικότερη πεποίθηση των αρχαίων Ελλήνων που ακολουθούσαν υγιεινή ζωή: με την σωστή διατροφή (πρότυπο διατροφής η αρχαιοελληνική) και την συνεχή άσκηση (από τα παιδικά τους χρόνια). Παράλληλα, λίγοι γνωρίζουν ότι ο Ιπποκράτης θεμελίωσε ακόμα και την ομοιοπαθητική, αιώνες πριν τον ιδρυτή της. Αυτός ήταν ο Γερμανός ιατρός Samuel Hahnemann που άρχισε τα πειράματά του το 1813, σε 183 ασθενείς με τύφο στα οποία είχε επιτυχία 99. 95%!!! Ο Ιπποκράτης θεμελίωσε την ομοιοπαθητική με την περίφημη φράση του: ``τα όμοια των ομοίων εισίν ιάματα΄΄, δηλαδή το όμοιο μπορεί να θεραπευτεί με το όμοιο. Δεν είναι διόλου απίθανο ο Ιπποκράτης ή άλλοι ιατροί της αρχαίας Ελλάδος να χρησιμοποιούσαν ομοιοπαθητικά φάρμακα, δηλαδή ισχυρά φάρμακα αραιωμένα σε τέτοιο βαθμό που να μην είναι τοξικά, αλλά να προκαλούν συμπτώματα όμοια με τη νόσο και με τον μηχανισμό αυτό να την θεραπεύουν.

Γενικά, οι αρχαίοι Έλληνες είχαν αναπτύξει την ιατρική που γνώρισε ιδιαίτερη ανάπτυξη από την εποχή του Ιπποκράτη. Καταρχάς, πρώτοι ανακάλυψαν την ανοσία που αποκτά ο οργανισμός μετά από την προσβολή του από ορισμένες λοιμώξεις. Αυτό το περιγράφει και ο Θουκυδίδης λέγοντας πως στον λοιμό στην Αθήνα το 430 π.Χ., όποιος αρρώσταινε και επιζούσε, δεν ξανακολλούσε την ασθένεια. Επίσης, οι αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποιούσαν διάφορα θεραπευτικά μέσα, όπως την αφαίμαξη (θα βοηθούσε ίσως στο πνευμονικό οίδημα και σε κάποιες άλλες ασθένειες όπως καρδιοπάθειες και νεφροπάθειες), τη χορήγηση φάρμακων από βότανα, τη χορήγηση αφεψημάτων, τον καυτηριασμό στις πληγές, την κατάλληλη δίαιτα (κάτι που σήμερα συνήθως αμελείται) σε κάθε αρρώστια, τις χειρουργικές επεμβάσεις – όπου χρειαζόταν, καθώς και τα λουτρά. Με αλλά λόγια πρώτοι οι αρχαίοι Έλληνες δημιούργησαν την ολιστική ιατρική και έβλεπαν τον κάθε ασθενή ως ξεχωριστό, ως μοναδική προσωπικότητα. Δεν τον έβλεπαν ως νούμερο, εμπόρευμα και πελάτη όπως η σύγχρονη ιατρική που έχει υποδουλωθεί στις φαρμακευτικές εταιρίες και οι ιατροί είναι επαγγελματίες...


Οι αρχαίοι Έλληνες πέθαιναν συνήθως σε μεγάλη ηλικία, αν εξαιρέσουμε τους θανάτους από πολέμους και τις επιδημίες. Αυτό μπορεί να το διαπιστώσει ο αναγνώστης με τις αναγραφόμενες περιόδους που γεννήθηκαν και πέθαναν οι αρχαίοι Έλληνες που αναγράφονται στο βιβλίο αυτό. Οι περισσότεροι που αναφέρονται εδώ, πέθαναν μετά τα 70!!! Οι απαράδεκτες ``έρευνες΄΄ κάποιων μη Ελλήνων ``μελετητών΄΄ από φθόνο παρουσιάζουν δήθεν χαμηλό μέσο όρο ζωής των αρχαίων Ελλήνων. Ο χαμηλός μέσος όρος ζωής στην Ελλάδα ίσχυε από τις αρχές ως τα μέσα του 20ου αιώνα μ.Χ. (πείνα, συνεχείς πόλεμοι). Γενικά, οι Έλληνες χαρακτηρίζονται για την μακροζωία τους. Οι σημερινές εξαιρέσεις οφείλονται στην υιοθέτηση του δυτικού τρόπου ζωής και ιδίως της δυτικής διατροφής που προκαλεί καρδιοπάθειες και καρκίνο. Άλλωστε, οι τοξικές και οι καρκινογόνες ουσίες βρίσκονται σήμερα παντού: στον αέρα, στα τρόφιμα, στο νερό που πίνουμε, ακόμα και στο μητρικό γάλα!!!


Τα φυσικά φάρμακα των αρχαίων Ελλήνων περιείχαν τις ουσίες τις οποίες η φαρμακολογία αργότερα απομόνωσε και προχώρησε στη συνθετική τους παραγωγή. Στην αρχαία Ελλάδα υπήρχαν πολλές ιατρικές σχολές όπως στην Κω (του Ιπποκράτη) και στην Κνίδο (ελληνική αποικία στη Μ. Ασία – απέναντι από την Κω). Στην Κνίδο γνωστός ιατρός ήταν ο Εύδοξος που έζησε τον 4ο αιώνα π.Χ. Επίσης, υπήρχαν πολλά Ασκληπιεία που ήταν – όπως αναλύθηκε παραπάνω – ναοί προς τιμήν του θεού Ασκληπιού. Στην ουσία ήταν θεραπευτήρια και θα τα αποκαλούσαμε ως τα πρώτα νοσοκομεία!!! Αναφέρθηκε πριν το Ασκληπιείο της Επιδαύρου. Άλλα μεγάλα Ασκληπιεία ήταν της Αθήνας, της Κω και της Περγάμου. Η Πέργαμος ήταν πόλη στη Μ. Ασία που στα ελληνιστικά χρόνια έγινε πρωτεύουσα του βασιλείου της Περγάμου. Ιατρικές σχολές στην αρχαία Ελλάδα υπήρχαν στην Κω από τον Ιπποκράτη, στην Κυρήνη (ελληνική αποικία στη Λιβύη) και στον Κρότωνα (ελληνική αποικία στην Κάτω Ιταλία) – από τον Αλκμαίων. Πάντως, σημειώνεται ότι όλοι οι αρχαίοι Έλληνες είχαν ιατρικές γνώσεις και μάλιστα στην Αθήνα και σε πολλές άλλες πόλεις οι νέοι διδάσκονταν και το μάθημα της ιατρικής, στα πλαίσια της σχολικής τους εκπαίδευσης! Αυτό δυστυχώς δεν γίνεται στα σημερινά σχολεία…

Πέρα από τον Ιπποκράτη, στα μέσα του 5ου π.Χ. αιώνα έζησε ο Φιλόλαος στον Κρότωνα της Κάτω Ιταλίας (ελληνική αποικία). Ο Φιλόλαος ήταν πυθαγόρειος φιλόσοφος και ιατρός. Μετά την καταστροφή της σχολής των πυθαγορείων στον Κρότωνα, ο Φιλόλαος κατέφυγε στην Θήβα όπου δίδαξε. Κατά τον Φιλόλαο τις ασθένειες πρέπει να τις αναζητήσουμε στους χυμούς του ανθρώπου, δηλαδή στο αίμα, στη χολή και στο φλέγμα. Αυτό το δέχεται και η σύγχρονη ιατρική με τις εξετάσεις αίματος, τις βιοχημικές εξετάσεις και την εξέταση πτυέλων (για λοίμωξη ή μακροσκοπικά για καρκίνο ή φυματίωση). Ο Φιλόλαος έλεγε, επίσης, ότι η υπερβολική ζεστή ή κρύο, καθώς και η υπερβολική τροφή μπορούν να προκαλέσουν ασθένειες. Σε ό, τι αφορά την υπερβολική τροφή είναι γνωστή η μάστιγα του δυτικού κόσμου, η παχυσαρκία. Σχετικά με το υπερβολικό κρύο προκαλεί κρυοπαγήματα και ευπάθεια στις λοιμώξεις, ενώ η υπερβολική ζεστή προκαλεί θερμοπληξία.Ακόμα και ο Αριστοτέλης είχε ιατρικές γνώσεις. Οι γονείς του ήταν Ασκληπιάδες και μάλιστα ο πατέρας του Νικόμαχος ήταν ιατρός στην αυλή του βασιλιά της Μακεδονίας Αμύντα του Β΄. Από τον πατέρα του ο Αριστοτέλης έμαθε την ιατρική την οποία μετέδωσε και στον μαθητή του Αλέξανδρο τον Μέγα. Στον Αλέξανδρο φάνηκε ιδιαίτερα χρήσιμη η ιατρική στην εκστρατεία του στην Ασία και μάλιστα συνιστούσε ειδικές δίαιτες σε ασθενείς στρατιώτες του. Άλλος μεγάλος ιατρός ήταν ο Ηρόφιλος από την Χαλκηδόνα της Βιθυνίας που έζησε τον 3ο αιώνα π.Χ. Ο Ηρόφιλος άσκησε την ιατρική στην Αλεξάνδρεια και ήταν ο πρώτος ανατόμος. Έκανε τομές μάλλον σε ζώα και όχι στον άνθρωπο. Ίσως, όμως, τελικά να έκανε στον άνθρωπο, μιας και κατηγορήθηκε γι’ αυτό. Εξάλλου, λέγεται ότι οι Πτολεμαίοι στην Αίγυπτο επέτρεπαν την ανατομία σε σώματα εγκληματιών. Γενικά, η ανατομία στο ανθρώπινο σώμα απαγορευόταν μέχρι λίγο μετά τα χρόνια της Αναγέννησης. Ο Ηρόφιλος διέκρινε τους τένοντες από τα αγγεία, περιέγραψε το νευρικό σύστημα, ξεχώρισε τα κινητικά από τα αισθητικά νεύρα και είπε ότι η έδρα της νόησης είναι ο εγκέφαλος. Επίσης, μελέτησε το ήπαρ, το δωδεκαδάκτυλο (αυτός έδωσε την ονομασία του που σχετίζεται με το μήκος του), τον προστάτη, τον πνεύμονα, τον εγκέφαλο (συσχέτισε τον εγκέφαλο με το νευρικό σύστημα), τα λεμφαγγεία και το ήπαρ.

Ο Ηρόφιλος ξεχώρισε το οπτικό νεύρο και μελέτησε τον οφθαλμό, ονοματίζοντας τον αμφιβληστροειδή και κερατοειδή χιτώνα. Μεγάλη σημασία έδωσε στην σωστή διατροφή και στην άσκηση, κάτι που αποδέχεται και η σύγχρονη καρδιολογία. Ο Ηρόφιλος επινόησε και ένα όργανο για τη μελέτη των σφυγμών, γιατί συνειδητοποίησε την διαγνωστική και κλινική τους άξια!!! Την ίδια εποχή με τον Ηρόφιλο, δηλαδή τον 3ο αιώνα π.Χ., έζησε και ο Ερασίστρατος από την Κέα (νησί των Κυκλάδων) που έκανε στην Αλεξάνδρεια ανατομία και έρευνες πάνω στην καρδιά. Ο Ερασίστρατος θεωρείται ένας από τους θεμελιωτές της ανατομίας. Σημειώνεται ότι και η Βιθυνία (περιοχή στην βορειοδυτική Μ. Ασία) που γεννήθηκε ο Ηρόφιλος και γενικά η νοτιοδυτική Ασία και η Αίγυπτος ήταν τότε ελληνιστικά βασίλεια που ίδρυσε ο Μέγας Αλέξανδρος στα οποία κυβερνούσαν οι διαδόχοι του και έζησαν πολλοί Έλληνες εκεί.

Μετά τον Ιπποκράτη, ο μεγαλύτερος ιατρός της αρχαιότητας ήταν ο Κλαύδιος Γαληνός που ήταν ο ιδρυτής της πειραματικής φυσιολογίας και της περιγραφικής ανατομίας. Ο Γαληνός ήταν Έλληνας. Γεννήθηκε το 129 ή 131 μ.Χ. στην Πέργαμο της Μ. Ασίας (πρώην ελληνιστικό βασίλειο που πέρασε στους Ρωμαίους). Ήταν υιός του αρχιτέκτονα Νικία. Από παιδί ο Γαληνός σύχναζε στο Ασκληπιείο της πόλης του που οι Έλληνες ιδρύσαν όπως και σε άλλες πόλεις στην επικράτεια της νοτιοδυτικής Ασίας. Εκεί συνέρρεαν ασθενείς από όλον τον κόσμο. Ο Γαληνός παρακολουθούσε στην ιατρική σχολή τους ιατρούς να εξασκούν το ιατρικό επάγγελμα. Σε ηλικία 14 ετών άρχισε μαθήματα φιλοσοφίας και ιατρικής. Σημειώνεται ότι στην αρχαιότητα η ιατρική ήταν αναπόσπαστο μέρος της φιλοσοφίας. Δάσκαλός του ήταν ο Σάτυρος, μαθητής του μεγάλου ανατόμου Κοΐντου.Αργότερα, σε ηλικία 16 ετών, ο Γαληνός άρχισε τις ιατρικές του σπουδές στην Πέργαμο και τις συνέχισε στη Σμύρνη (ελληνική αποικία), στην Κόρινθο και στην Αλεξάνδρεια. Στην Αλεξάνδρεια έκανε ανατομία σε ζώα. Το 161 μ.Χ. ο Γαληνός πήγε στη Ρώμη όπου θεράπευσε τον αριστοτελικό φιλόσοφο Εύδημο, την στιγμή που κανένας ιατρός δεν μπορούσε να τον θεραπεύσει. Αυτό ικανοποίησε τόσο τον Εύδημο που σύστησε τον Γαληνό στους αριστοκρατικούς κύκλους και τον έκανε πασίγνωστο. Η φήμη του Γαληνού έφτασε ως τον Ρωμαίο αυτοκράτορα Μάρκο Αυρήλιο και τον συμβασιλέα Λεύκιο Ονήρο που έκαναν τον Γαληνό επίσημο ιατρό της αυλής τους! Ο Γαληνός έδωσε πολλές διαλέξεις και έγραψε πολλά βιβλία. Πέθανε το 199 ή το 201 μ.Χ. Δυστυχώς, τα βιβλία του – που φυλάσσονταν στον ναό της Ειρήνης – καταστράφηκαν από πυρκαγιά. Έτσι, θα μείνουν κρυφά για πάντα πολλά από τα πρωτοποριακά φάρμακα και χειρουργικές επεμβάσεις του Γαληνού.


Ο Γαληνός πίστευε ότι η καλή υγειά ήταν αποτέλεσμα της ισορροπίας των 4 χυμών του σώματος: του αίματος, της χολής, της μαύρης χολής και του φλέγματος. Κάθε διαταραχή στην ισορροπία αυτή ή η κακή ανάμειξη των χυμών οδηγεί στην ασθένεια. Στην ανατομία πρώτος, αιώνες πριν τον Δαρβίνο, ανακάλυψε την ομοιότητα μεταξύ ανθρώπου και πίθηκου!!! Έτσι, χρησιμοποίησε πίθηκους από την βόρειο Αφρική για ανατομικές μελέτες (η ανατομία σε ανθρώπους προαναφέρθηκε ότι απαγορευόταν). Επίσης, έκανε ανατομία σε χοίρους. Ο Γαληνός μελέτησε την ανατομία της μήτρας, τις οφθαλμοπάθειες και την κίνηση του θώρακα και των πνευμόνων κατά την αναπνοή. Περιέγραψε το ήπαρ και τις βαλβίδες της καρδιάς! Ξεχώρισε τις αρτηρίες από τις φλέβες και είπε ότι στις πρώτες κυκλοφορεί το καθαρό αίμα. Ως τότε πίστευαν ότι στις αρτηρίες κυκλοφορεί αέρας. Πάντως, αυτό δεν είναι εντελώς λάθος μιας και τα αέρια του αίματος – οξυγόνο και διοξείδιο του άνθρακα – μεταφέρονται στο αίμα διαλυμένα. Κυρίως, όμως, βρίσκονται στα ερυθρά αιμοσφαίρια του αίματος από τα οποία δεσμεύονται και αποδεσμεύονται στην αιματική κυκλοφορία.


Ο Γαληνός ανέφερε ότι το περισσότερο αίμα βρίσκεται στην αορτή. Είπε ότι το αίμα διοχετεύεται στην αορτή από τον αριστερή κοιλία, αφού πριν έχει περάσει από την δεξιά. Ο Γαληνός μίλησε και για την κίνηση των μυών, την αναπνοή, το σπέρμα, τον καρκίνο του πνεύμονα, τους όγκους, την κίρρωση του ήπατος, τους σπασμούς και την επιληψία (την ιερή νόσο των αρχαίων Ελλήνων), το ρίγος, το τρομώδες παραλήρημα, την φυματίωση, τους λίθους στη χολή και τις παθήσεις του σπλήνα. Επίσης, ασχολήθηκε και με την δίαιτα, έκανε εγχειρήσεις και κατασκεύασε πολλά φάρμακα. Συγκεκριμένα κατασκεύασε αφεψήματα, εκχυλίσματα και παρασκευάσματα, για παράδειγμα από ναρκωτικά φυτά όπως το όπιο, το υοσκύαμο και τους βολβούς σκίλλας. Τους τελευταίους τους χρησιμοποίησε ως καρδιοτονωτικό, διουρητικό και αποχρεμπτικό φάρμακο! Θεραπευτικά χρησιμοποίησε και το δηλητήριο της οχιάς! Σήμερα σε διάφορα δηλητήρια όπως της μέλισσας, των φιδιών, καθώς και άλλες φυσικές ουσίες (κορμός ελάτου, ουσία καρχαριών και άλλα) οι επιστήμονες ψάχνουν φάρμακα για την θεραπεία του καρκίνου. Κάποια από αυτά, σε εργαστηριακές μελέτες, σταθεροποιούν ή μειώνουν το μέγεθος του όγκου ή εμποδίζουν την άρδευσή του με αίμα.

Αξίζει να αναφερθεί και το όνομα του Διοσκορίδη του Πεδάνιου ο οποίος ήταν Έλληνας ιατρός, βοτανολόγος και φαρμακοποιός του 1ου αιώνα μ.Χ. από τον Ανάζαργο της Κιλικίας. Έγραψε το βιβλίο "Περί ύλης ιατρικής" το 77 μ.Χ.

Monday, May 4, 2009

H διατροφή των Αρχαίων Ελλήνων

H διατροφή των Αρχαίων Ελλήνων

Αν καλούσαμε στις μέρες μας σ’ ένα γεύμα κάποιους αρχαίους Έλληνες όπως τον... Ηρόδοτο, τον Ηρακλή ή τον Αριστοφάνη, σίγουρα θα τους τρομάζαμε με τον πλούτο και την ποικιλία των εδεσμάτων που θα τους προσφέραμε. Εξαιτίας του ότι δεκάδες από τις σημερινές τροφές ήταν εντελώς άγνωστες στους αρχαίους Έλληνες, όπως η πατάτα λ.χ. από τα βασικότερα είδη της σημερινής διατροφής έγινε γνωστή στους Ευρωπαίους το 1530 και οι Έλληνες γεύτηκαν τη νοστιμιά της 300 χρόνια αργότερα, το 1832.
Άγνωστα επίσης ήταν στους προγόνους μας και γενικά στους Μεσογειακούς λαούς, το ρύζι, η ζάχαρη, το καλαμπόκι, ο καφές, οι ντομάτες και τα ζαρζαβατικά (μελιτζάνες, πιπεριές, μπάμιες) τα πορτοκάλια και τα λεμόνια, το κακάο και διάφορα μπαχαρικά, τα ποικίλα ποτά, ακόμη και το ούζο- αφού φαίνεται να αγνοούσαν τον τρόπο της απόσταξης- τα ζυμαρικά, και ένα πλήθος από διάφορα αγαθά, που κατακλύζουν σήμερα τις αγορές μας.
Αλλά, παρ’ όλες τις ελλείψεις τόσων βασικών αγαθών, οι αρχαίοι Έλληνες ήταν καλοφαγάδες.
Στα συμπόσιά τους τα τραπέζια ήταν βαρυφορτωμένα και το κρασί έρεε άφθονο.
Σ’ ένα πλούσιο δείπνο (περίπου τον 5ο π.Χ. αιώνα) μπορούσε κανείς να δει τυρί της Αχαΐας, σύκα και μέλι της Αττικής, «αίθοπα οίνο» από τη Χίο και τη Λέσβο, θαλασσινά από τις πλούσιες ακτές της Εύβοιας, δαμάσκηνα από τη Δαμασκό της Συρίας, κριθαρένιο ψωμί από την Πύλο, φάβα ή ζωμό από μπιζέλια, τηγανίτες βουτηγμένες στο λάδι και γαρνιρισμένες με μέλι, τυρί αλογίσιο, που έτρωγαν μόνο οι «πολεμοχαρείς», βραστούς βολβούς, ραπάνια για να φεύγει το μεθύσι και βέβαια τις πίτες της Αθήνας, καύχημα της πόλης, παραγεμισμένες με τυρί, μέλι και διάφορα «νωγαλεύματα».
Όλα αυτά τα εδέσματα της Αρχαίας Ελλάδας και ο «τρόπος» διατροφής των αρχαίων Ελλήνων προσελκύουν αρκετούς ανθρώπους της εποχής μας να αναζητούν λεπτομέρειες για την καθημερινή ζωή των αρχαίων Ελλήνων.

Λιτοδίαιτοι και Καλοφαγάδες.
Αν και υπήρχαν κάποιοι Έλληνες που στα συμπόσιά τους και γενικότερα η τροφή τους αποτελούνταν από ποικίλα εδέσματα, η Αθήνα και γενικότερα η Αρχαία Ελλάδα αντιμετώπιζε πάντα ένα μεγάλο πρόβλημα: την φτώχεια, η οποία είχε γίνει παντοτινός σύντροφος των Αρχαίων Ελλήνων.
Το άγονο έδαφος της Ελλάδας, η δυσκολία στις συγκοινωνίες και βέβαια οι πολύχρονοι πόλεμοι είχαν όπως ήταν φυσικό μεγάλη επίπτωση και στη διατροφή των αρχαίων.
Σ’ αυτό συντελούσε και η περιορισμένη παραγωγή της ελληνικής γης.
Η Αττική ήταν πολύ «λεπτόγεως» (άπαχη γη) και εξαιτίας του μεγάλου προβλήματος του νερού η παραγωγή της ήταν αρκετά μικρή. Τα κύρια γεωργικά προϊόντα της αρχαίας Ελλάδας ήταν το κριθάρι, το σιτάρι, το κρασί, το λάδι και οι ελιές. Στην Αττική έβγαινε επίσης μέλι και σύκα που ήταν το πιο εκλεκτό φρούτο για τους αρχαίους.
Το λάδι το χρησιμοποιούσαν όχι μόνο για τα φαγητά τους, αλλά και για το φωτισμό, για την παρασκευή φαρμάκων και καλλυντικών και ήταν απαραίτητο για τους αθλητές, που το άλειφαν στα κορμιά τους στις παλαίστρες.
Οι Αθηναίοι ήταν οι διασημότεροι για την ολιγοφαγία τους, γι’ αυτό βγήκε και η έκφραση «αττικηρώς ζην».
Γενικά όμως οι αρχαίοι ήταν λιτοδίαιτοι, γι’ αυτό και είχαν αυτοχριστεί «μικροτράπεζοι» και «φυλλοτρώγες».

Ο πολύτιμος άρτος των Αρχαίων.
Τα δημητριακά αποτελούσαν την κύρια βάση της διατροφής για τους αρχαίους. Αλλά τόσο το σιτάρι όσο και το κριθάρι δεν ήταν σε αφθονία για τους Αθηναίους, έτσι αναγκάζονταν να το εισάγουν από άλλα μέρη.
Το αλεύρι από κριθάρι, ζυμωμένο σε γαλέτες ήταν το πιο συνηθισμένο καθημερινό ψωμί και ονομαζόταν μάζα.
Στη ζύμη του ψωμιού έβαζαν διάφορα καρυκεύματα, όπως μάραθο, δυόσμο και μέντα ακόμη, για να πάρει το ψωμί μια διαφορετική νοστιμάδα. Και φυσικά, έβαζαν το απαραίτητο αλάτι.
Γνωστές επίσης ήταν και οι λαγάνες.
Και οι Αθηναίοι φουρνάρηδες είχαν καλή φήμη, για τα γλυκίσματα και τις πίτες τους.
Οι αρχαίοι εκτιμούσαν πολύ περισσότερο από εμάς σήμερα την ύπαρξη του ψωμιού, και θεωρούσαν πως η μεγάλη ποικιλία του ψωμιού ήταν πολυτέλεια, αφού συνήθιζαν να τρώνε μόνο ένα κομμάτι κριθαρένια μπομπότα.

Εδέσματα και συνταγές.
Οι αρχαίοι Έλληνες φρόντιζαν στα γεύματα και στα δείπνα τους, τα τραπέζια να είναι πλούσια. Αποτελούνταν συνήθως από ψωμί, γλυκίσματα, φρούτα, ελιές, πίτες, κρέατα και χορταρικά. Φυσικά και από άφθονο κρασί.
Από τα όσπρια, γνωστά στους αρχαίους ήταν τα φασόλια, οι φακές, τα ρεβύθια ( που τα προτιμούσανε ψημένα), τα μπιζέλια και τα κουκιά, που τα έτρωγαν, συνήθως, σε πουρέ (έτνος).
Οι Αθηναίοι συνήθιζαν να έχουν στα σπίτια τους μεγάλη ποικιλία τροφών όπως ψωμί, λουκάνικα, σύκα, γλυκίσματα, μέλι, τυρί, τρυφερά χταπόδια, τσίχλες, σπουργίτια και άλλα πολλά.
Ένα σπίτι όμως με τόσα αγαθά θα ξεπερνούσε και τα σημερινά σούπερ-μάρκετς.
Ένα από τα πιο απαραίτητα αγαθά σ’ ένα σπίτι ήταν το λάδι. Κάτι που, όπως σημειώσαμε, ήταν απαραίτητο και στις παλαίστρες, για ν’ αλείφουν οι αθλητές τα κορμιά τους.
Φημισμένα ήταν τα λάδια της Σάμου και της Ικαρίας.
Οι αρχαίοι συνήθιζαν να βγάζουν λάδι από άγουρες ελιές, που το προτιμούσανε στις σαλάτες τους. Επίσης από τα αμύγδαλα και τα καρύδια έβγαζαν ένα είδος λαδιού, καλό για τα γλυκίσματά τους.
Από τα απαραίτητα επίσης στο καθημερινό τραπέζι των αρχαίων ήταν το γάλα και το τυρί, που ήταν όμως δύο σπάνια αγαθά. Μάλιστα οι διαιτολόγοι συνιστούσαν, για τους αθλητές, το μαλακό τυρί.
Πολλές φορές για να πήξει καλά το τυρί, έβαζαν μέσα στο γάλα, που έβραζε, ένα κωνοροειδές φυτό, κνήκον ή οκνήκος.
Φυσικά, τα σκόρδα και τα κρεμμύδια ήταν στο καθημερινό μενού. Ορισμένοι όμως θεωρούσαν αυτό το είδος διατροφής χωριάτικο (όπως το ίδιο γίνεται και σήμερα, στις μέρες μας, κάποιοι περιφρονούν πολύτιμες τροφές για τη ζωή μας, μόνο και μόνο από το άκουσμά τους, την εμφάνισή τους αλλά και την «διασημότητά» τους).
Από τα εκλεκτότερα εδέσματα ήταν οι κοχλιοί, τα σαλιγκάρια, που τα έτρωγαν οι Κρητικοί.
Τα μικρά πουλιά, σπίνους, τσίχλες, ακόμη και τους λαγούς, αφού τα ψήνανε, τα διατηρούσανε μέσα σ’ ευωδιαστό λάδι. Μάλιστα, το παραγεμίζανε με διάφορα καρυκεύματα, κάτι που συνηθίζεται και σήμερα στα χωριά της Μάνης.
Για τους φτωχούς ανθρώπους οι σούπες ήταν το πιο συνηθισμένο καθημερινό φαγητό. Έτρωγαν βέβαια και ψαρόσουπες, που η πλούσια όμως τάξη της απέφευγε!
Ένας ζωμός που ευχαριστούσε ιδιαίτερα τον Ηρακλή ήταν ο ζωμός από μπιζέλια.
Στα χορταρικά έριχναν μια σάλτσα φτιαγμένη από λάδι, δριμύ ξύδι, διάφορα καρυκεύματα, ακόμη και μέλι.
Τα θαλασσινά που προτιμούσε ο λαός, ήταν οι σαρδέλες του Φαλήρου, το πιο συνηθισμένο θαλασσινό, μαζί με κριθαρένιο ψωμί. Αντίθετα, τα χέλια, ήταν πανάκριβα, περίπου τον 5ο αι. π.Χ.
Οι Έλληνες έτρωγαν συχνότερα ψάρι από κρέας.
Το πιο διαδεδομένο πρωινό ρόφημα, αφού βέβαια αγνοούσαν τον καφέ, ήταν το γάλα, κυρίως το κατσικίσιο, κι ένα ανακάτεμα από χλιαρό νερό και μέλι, που προκαλούσε ιδιαίτερη ευχαρίστηση.
οι πιο περίφημες πίτες ήταν της Αθήνας, καύχημα της πόλης, και γινόταν με μέλι, τυρί και λάδι, αλλά έβαζαν μέσα και διάφορα καρυκεύματα.
Ακόμη, οι Αθηναίοι απέφευγαν να αρχίζουν το γεύμα τους ή το δείπνο με σούπα (γιατί πολύ πιθανόν να τους κοβόταν η όρεξη για φαγητό).
Αν και οι Αθηναίοι φρόντιζαν να μη λείπει τίποτα από το σπίτι τους, δηλαδή χρήσιμα αγαθά, όπως τρόφιμα, δεν πρέπει να ξεχνούμε την φτώχεια που επικρατούσε στην Ελλάδα και ήταν ο παντοτινός σύντροφος των Ελλήνων. Η έλλειψη και η ακρίβεια των τροφίμων ανάγκαζε πολλούς να μην πετάνε τίποτα από τα περισσεύματα των δείπνων.
Το σπαρτιατικό μενού δεν συγκινούσε βέβαια τους Έλληνες. Ακόμη και στις γιορτινές μέρες δεν ήταν τίποτα σπουδαίο. Έφτανε ένα βραστό χοιρινό, λίγο κρασί και καμιά πίτα γλυκιά για να ενθουσιάσει τους Σπαρτιάτες, που το καθημερινό τους ήταν μια κούπα από «μέλανα ζωμό» κι ένα κομμάτι ψωμί.
Αλλά ελάχιστοι μπορούσαν να αντέξουν τη σπαρτιατική λιτότητα. Γι’ αυτό και οι Σπαρτιάτες, πολύ πιθανόν να φάνταζαν ήρωες μπροστά σε κάποιους άλλους Έλληνες και συγκεκριμένα Αθηναίους που ήθελαν να ζουν μέσα στην πολυτέλεια και να μην λείπει κανένα είδος τροφής και ποτού από τα σπίτια τους.

Λαχανικά και όσπρια.
Τα λαχανικά στην αρχαία Ελλάδα και συγκεκριμένα στην αρχαία Αθήνα, ήταν σε σπουδαία ζήτηση, κι όχι μόνο για τους οπαδούς του Πυθαγόρα, που τα προτιμούσαν, μια κι απέφευγαν να τρώνε όσα έχουν ζωή.
Ο Πλάτων, στην ιδιωτική του ζωή ακολουθούσε την «πυθαγόρειο δίαιτα». Που ήταν μια καθαρή χορτοφαγία κι έδειχνε ευχαριστημένος τρώγοντας λαχανικά. Πίστευε πως η δίαιτα, είναι η πηγή της υγείας και των καλών ηθών, δύο παραγόντων που κάνουν τα κράτη υγιή και ρωμαλέα, υλικώς, ηθικώς και ψυχικώς.
Οι αρχαίοι Αθηναίοι όμως δύσκολα θα μπορούσαν να ακολουθήσουν τις «φυτοφαγικές» οδηγίες του Πλάτωνα αφού τα λαχανικά είχαν γίνει για τους Αθηναίους από τα σπάνια αγαθά. Πολλά σπίτια όμως, κυρίως στα περίχωρα φρόντιζαν να έχουν χωράφια, κήπους, στους οποίους καλλιεργούσαν σκόρδα, κρεμμύδια, κουκιά, φασόλια, μπιζέλια, λούπινα, βολβούς, μαρούλια, αρακά, αγκινάρες, βλίτα, ρεβίθια και φακές. Τα μανιτάρια, τα μάραθα, τα σπαράγγια και διάφορα άλλα χορταρικά, τ’ αναζητούσαν στις ακροποταμιές, στα χωράφια και στις άκρες των δρόμων. Φαγώσιμες ήταν ακόμη και οι τρυφερές τσουκνίδες.
Φυσικά, είχαν σέλινο, άνηθο και δυόσμο, για να «καρυκεύουν» τα φαγητά τους. Μάλιστα στους αγώνες της Νεμέας γινόταν στεφάνωμα με σέλινο.
Τα σκόρδα, ακόμη, ήταν απαραίτητα για τους αρχαίους αφού ήταν συμπλήρωμα για κάθε σαλάτα τους. Όπως επίσης και τα κρεμμύδια.
Γενικά τα χορταρικά τα σερβίρανε με μια σάλτσα φτιαγμένη από λαδόξυδο και διάφορα καρυκεύματα.
Οπωσδήποτε η απουσία της ντομάτας στερούσε πολλά από την Αθηναία νοικοκυρά. Τα μανιτάρια όμως, αν και ήταν νοστιμότατα και περιζήτητα, όλοι τα φοβούνταν για το δηλητήριό τους.
Παρόλα αυτά, ένα περιβολάκι γεμάτο με δέντρα και λαχανικά ήταν όνειρο για τους αρχαίους.
Οι αρχαίοι Έλληνες φαίνεται να αγαπούσαν τα λαχανικά και γι’ αυτό να λαχταρούσαν να έχουν στο σπίτι τους ένα λαχανόκηπο. Βέβαια, αν θεωρήσουμε πως είναι αληθές αυτό που παρατήρησαν κάποιοι για το λαχανόκηπο του Αττάλου (πως, δηλαδή ενδιαφερόταν για τη δραστικότητα των φυτών), θα καταλάβουμε πως οι αρχαίοι δε λαχταρούσαν να έχουν στο σπίτι τους όλοι ένα λαχανόκηπο για τον ίδιο λόγο. Κάποιοι, -οι περισσότεροι- τους χρειάζονται για να τραφούν από αυτούς και να ζήσουν και άλλοι για να σκοτώσουν.
Βέβαια, τα λαχανικά ήταν απαραίτητα για τη ζωή τους.

Νωγαλεύματα-μπαχαρικά. Νωγαλεύματα έλεγαν οι αρχαίοι τα γλυκά φαγητά και γενικά κάθε λιχουδιά.
Οι Έλληνες φαίνεται να έδειχναν ιδιαίτερη προτίμηση στα αρτύματα και στα διάφορα καρυκεύματα, που έδιναν πικάντικες γεύσεις στα φαγητά τους. Έτσι ένα σπίτι της Αθήνας φρόντιζε, να έχει πάντα στα ράφια του, αλάτι (άλας), ρίγανη (ορίγανο), ξύδι (όξος), θυμάρι (θύμον), σουσάμι (σύσαμο), σταφίδες, κάππαρη, αυγά, αλίπαστα, κάρδαμο, συκόφυλλα, κύμινο, ελιές, σίλφιο, πετιμέζι, σκόρδα και διάφορα άλλα.
Ένα μενού με ορεκτικά και γλυκίσματα που θα ενθουσίαζε και τους σημερινούς καλοφαγάδες.
Ένα γλύκισμα τους ήταν βέβαια οι μελόπιτες, τις οποίες, έλεγαν γενικά «μελιτούττα». Σε προτίμηση όμως είχαν κι ένα γλύκισμα από λιναρόσπορους και μέλι, τη «χρυσόκολλα». Ένα άλλο γλύκισμα που λεγόταν «έκχυτο» φτιαχνόταν από αλεύρι και τυρί ψημένο, μέσα σε καλούπια και ήταν περιχυμένο με κρασί μελωμένο.
Επίσης ένα άλλο γλύκισμα γινόταν με αλευρωμένο γάλα, που, όταν έμπαινε σε ειδικά κύπελλα, γαρνιρόταν με μέλι και πασπαλιζόταν με σουσάμι.
Οπωσδήποτε όμως τα πιο συνηθισμένα γλυκίσματα ήταν οι γαλατόπιτες.
Από τα καρυκεύματα, το πιο περιζήτητο αλλά και το πιο σπάνιο ήταν το μαύρο πιπέρι. Επίσης στόλιζαν τα φαγητά τους με σμύρνα, κάππαρη, ρίγανη, δυόσμο, κύμινο και διάφορα άλλα.
Όμως εκείνοι οι έμποροι που τολμούσαν να φέρουν στην Αθήνα πιπέρι ή άλλα μπαχαρικά, από τις αγορές της Ανατολής, κινδύνευαν να κατηγορηθούν σαν κατάσκοποι του βασιλιά των Περσών.
Αφού παρατηρείται ακόμη πως το πιπέρι είναι ξενικό όνομα, γιατί κανένα ελληνικό όνομα, εκτός από το μέλι, δεν τελειώνει σε «ι».
Παρόλα αυτά όμως βλέπουμε πως οι Έλληνες έχουν πλούτο μπαχαρικών και γλυκισμάτων.

Το Μέλι. Μια και η ζάχαρη ήταν άγνωστη στους αρχαίους, το μέλι ήταν κάτι από τα απαραίτητα για την καθημερινή διατροφή τους και βέβαια για τα γλυκίσματά τους που ήταν αγαπητά σε όλους.
Το μέλι ήταν γι’ αυτούς θείο δώρο, αφού πίστευαν πως έπεφτε από τον ουρανό, με την πρωινή δροσιά, πάνω στα λουλούδια και στα φύλλα και από εκεί το μάζευαν οι μέλισσες.
Την άποψη αυτή, σήμερα θα μπορούσαμε να τη χαρακτηρίσουμε αφελή, τότε όμως το μέλι ήταν τόσο πολύτιμο και απαραίτητο γι’ αυτούς, που κανείς δεν θα μπορούσε να σκεφθεί κάτι τέτοιο.
Τις θρεπτικές ιδιότητες του μελιού, δεν τις αγνοούσε φυσικά κανένας, γι’ αυτό, σε κάθε περίπτωση, όλο έπαινοι ακούγονταν. Κι εξυμνούσαν, κυρίως, το μέλι της Αττικής, το περίφημο θυμαρίσιο μέλι. Αυτό βέβαια δε σημαίνει πως μόνο στην Αττική υπήρχε μέλι.
Η μελισσοκομία ανθούσε σε πολλά μέρη, στα νησιά και στην Αίγυπτο.
Το μέλι ήταν τόσο σημαντικό για τους αρχαίους, που αρκετές φορές γέμιζαν μεγάλους αμφορείς με αυτό και τ’ ανακάτευαν με κρασί για να κάνουν τις σπουδές, τόσο στους θεούς που τιμούσαν, όσο και στις ψυχές των νεκρών.
Καταλαβαίνουμε έτσι, μετά από αυτό, πόσο πολύτιμη θεωρούσαν την αξία του.

Τα φρούτα. Η αγάπη των αρχαίων για τα φρούτα θεωρείται φυσικά αναμφισβήτητη, αφού ήταν απαραίτητα για τη διατροφή τους. Για να υπάρχουν όμως τα φρούτα απαραίτητο ήταν το γλυκό μεσογειακό κλίμα που ευνοούσε την ανάπτυξη όλων σχεδόν των δέντρων.
Παρόλα αυτά, ορισμένα φρούτα, όμως, όπως είναι τα πορτοκάλια, τα βερίκοκα, τα μανταρίνια, τα ροδάκινα, τα τζάνερα και άλλα ήταν άγνωστα στο διαιτολόγιο των αρχαίων. Έτσι η πληθώρα των φρούτων, που κατακλύζουν σήμερα τις αγορές, ήταν βέβαια κάτι το αδιανόητο για αυτούς. Από τα πιο περιζήτητα φρούτα ήταν βέβαια τα σταφύλια, αλλά όσοι τα καλλιεργούσανε τα βλέπανε περισσότερο σαν κρασί.
Το πιο αγαπημένο φρούτο των αρχαίων ήταν όμως τα σύκα. Και τα πιο περίφημα ήταν τα σύκα της Αττικής, κάτι που ύμνησαν αρκετοί. Η αγάπη και η εκτίμηση των αρχαίων για τα σύκα ασφαλώς μας εντυπωσιάζει, αφού πολλοί ποιητές και συγγραφείς έχουν αναφερθεί με πολύ μεγάλο θαυμασμό σ’ αυτά.
Τα σύκα υπήρχαν σε αφθονία και σε μεγάλη, για εκείνη την εποχή, ποικιλία. Τα πιο γνωστά ήταν τα χελιδώνια σύκα, οι αγριοσυκιές γενικά, οι λευκοαγριοσυκιές, οι φιβαλέους και οι οπωροβασιλίδας. Γνωστά επίσης ήταν τα ασπρόσυκα τα οποία τα έλεγαν «λευκερινεά» και μερικά που είχαν ξινή γεύση «οξάλια». Το σύκο ήταν τόσο αγαπητό στους αρχαίους αλλά και στους απογόνους τους, που έχουν πάρει το όνομα του αρκετά χωριά στην εποχή μας.

Τα κρασιά. Το κρασί ήταν κάτι το απαραίτητο στα γεύματα των αρχαίων και βέβαια στα συμπόσια, όπου έρεε άφθονο. Όμως δεν έπιναν το κρασί όπως εμείς, αλλά νερωμένο, όχι μόνο με γλυκό αλλά και με θαλασσινό νερό, αφού απέφευγαν να το πίνουν, όπως φαίνεται, ανέρωτο (άκρατος οίνος, όπως το έλεγαν). Βέβαια, έδιναν μεγάλη σημασία στην αναλογία του νερού με το κρασί αφού τους ήταν πολύ αγαπητό και δεν έπρεπε να γίνει κανένα απολύτως λάθος. Η αναλογία λοιπόν με το νερό ήταν, συνήθως, στο μισό ή τρία μέρη νερό και δύο κρασί. Το νερό, ανάλογα με την εποχή, ήταν χλιαρό ή κρύο. Μερικές φορές έριχναν μέσα και παγάκια, που τα έφερναν από τα βουνά και τα διατηρούσανε μέσα σε άχυρα.
Βέβαια, το παγωμένο κρασί ήταν μια πολυτέλεια. Τα δροσερά πηγάδια, έτσι, ήταν σχεδόν απαραίτητα αφού χρησίμευαν, φυσικά, για ψυγεία και τα καλά σπίτια φρόντιζαν να έχουν τους ειδικούς κάδους (ψυκτήρες) όπου έβαζαν και χιόνι για να παγώνει, όχι μόνο το κρασί αλλά και το νερό.
Οι αρχαίοι, ακόμη, έβαζαν συχνά μέσα στα κρασιά τους και διάφορα αρώματα, όπως θυμάρι, μέντα, γλυκάνισο, δεντρολίβανο, μυρτιά, ακόμη και μέλι, αλλά ποτέ ρετσίνη. Ένα τόσο ευωδιαστό κρασί έπαιρνε και το χαρακτηριστικό του όνομα, το έλεγαν «τρίμα».
Ακόμη, έφτιαχναν το κρασί με διαφορετικούς τρόπους, από τους σημερινούς, γεγονός που δείχνει πόσο εξελίχθηκε με τα χρόνια η παρασκευή του κρασιού.
Ο τρύγος λοιπόν γινόταν με συνοδεία αυλού που ρύθμιζε τις κινήσεις κι ήταν, όπως άλλωστε και σήμερα, ένα πολυήμερο πανηγύρι.
Τα σταφύλια τα έβαζαν σε μέρος που να τα βλέπει καλά ο ήλιος, για να φύγει το νερό που είχαν μέσα τους. Ύστερα τα πατούσαν, πάλι με χορούς και τραγούδια, κι άφηναν το μούστο να βράσει πέντε μέρες, μέσα σ’ ένα μεγάλο πιθάρι, τοποθετημένο σε σκιερό μέρος. Κατόπιν μάζευαν το γλυκό υγρό απ’ τον αφρό, που ήταν γεμάτο ζάχαρη, κι αποθήκευαν το μούστο σε πιθάρια που, πολλές φορές, τα έβαζαν μέσα στη γη. Τα σκέπαζαν και περίμεναν να μπει για καλά ο χειμώνας, για να τ’ ανοίξουν. Αρκετοί πάντως είχαν την υπομονή να περιμένουν μέχρι την άνοιξη, οπότε το κρασί ψηνόταν καλύτερα.
Ο τρύγος ήταν ένα από τ’ αγαπημένα θέματα για πολλούς αρχαίους. Αρκετοί συγγραφείς έχουν αφιερώσει στίχους και σ’ αυτόν.
Οι Αθηναίοι πάντως φρόντιζαν ν’ ανοίγουν τα πιθάρια τους την πρώτη μέρα των Ανθεστηρίων, και ο κάθε νοικοκύρης, με το πρώτο κιόλας ποτήρι, έκανε σπονδή στο Διόνυσο, τον αγαπητό τους θεό, του κρασιού.
Ο κάθε τόπος στην αρχαία Ελλάδα είχε και το δικό του τρόπο παρασκευής του κρασιού.
Για να διατηρήσουν το μούστο, όμως, όλοι έριχναν μέσα και νερό αλατισμένο, όπως και διάφορα αρώματα. Και πολλές φορές έψηναν το μούστο σε σιγανή φωτιά.
Στη ρόδο και στην Κω όμως έβαζαν μέσα στο μούστο θαλασσινό νερό, γιατί πίστευαν ότι το κρασί που θα γίνει μ’ αυτό τον τρόπο δεν θα φέρει εύκολα τη μέθη και θα είναι πιο εύκολο στη χώνεψη.
Η μέθοδος αυτή έγινε αιτία να υποστηριχθεί, από κάποιους αρχαίους συγγραφείς, ότι, κατά το μύθο «φυγή του Διονύσου» στη θάλασσα σήμαινε κι ένα τρόπο οινοποιίας, που ήταν γνωστός από παλιά. Δηλαδή, η ανάμειξη του γλεύκους (μούστου), που εκπροσωπείται από το θεό Διόνυσο ή Βάκχο, με το θαλασσινό νερό.
Πολλοί μάλιστα -όπως ο Όμηρος- επαινούν και το κρασί του Μάρωνος από τη Θράκη γιατί βάζουν μέσα πολύ νερό.
Στην αρχαία Ελλάδα όμως τα γνωστότερα είδη κρασιού ήταν τέσσερα. Το άσπρο, το κιτρινωπό, το μαύρο και το κόκκινο.
Το άσπρο κρασί ήταν το ελαφρότερο, αρκετά χωνευτικό και διουρητικό, το κιτρινωπό, προς το ξανθό, είχε πιο ξινή γεύση, ενώ το μαύρο και το κόκκινο, που συνήθως είχαν γλυκιά γεύση, ήταν και τα πιο περιζήτητα.
Φυσικά τα παλιά κρασιά ήταν και τα καλύτερα, όπως άλλωστε και σήμερα. Γενικά πάντως πιστεύανε ότι όσο πιο παλιό είναι ένα κρασί τόσο πιο χωνευτικό και πιο ελαφρύ είναι.
Η αγάπη των αρχαίων για το κρασί ήταν μεγάλη, έτσι φρόντιζαν να υπάρχει τις περισσότερες φορές στο τραπέζι τους. Συγκεκριμένα πριν από το δείπνο ή το γεύμα, οι αρχαίοι ανακάτευαν το κρασί με το νερό σ’ ένα μεγάλο αγγείο, τον κρατήρα. Και οι δούλοι έπαιρναν το κρασί απ’ τον κρατήρα με μακριές κουτάλες, πήλινες, ξύλινες ή μεταλλικές, αλλά και με μια κανάτα μπορούσαν να γεμίσουν τα κύπελλα ή ποτήρια των καλεσμένων σε ένα τραπέζι.
Το κρασί αφού ήταν τόσο αγαπητό στους αρχαίους χρησίμευε βέβαια και για τις σπουδές, στις διάφορες θρησκευτικές τελετές. Μερικές φορές όμως η λατρεία ορισμένων θεοτήτων απέκλειε το κρασί, οπότε οι σχετικές σπουδές γίνονταν ακόμη και με γάλα! Είχαν όπως φαίνεται και τις προλήψεις τους όταν έπιναν ή χρησιμοποιούσαν το κρασί.
Το γεγονός όμως ότι οι Έλληνες αγαπούσαν τόσο πολύ το κρασί εξηγεί το λόγο για τον οποίο υπήρχαν τόσοι σπουδαίοι κρασότοποι στην Ελλάδα.

Το κυνήγι. Το κυνήγι, κυρίως με τα τόξα, το αγαπούσαν όλοι οι... πολεμιστές, αφού ήταν άφθονο στην αρχαία εποχή και υπήρχαν μεγάλες εκτάσεις όπου δεν πατούσε ανθρώπινο πόδι.
Τα δολώματα που χρησιμοποιούσαν ήταν κυρίως μικρά πιτσούνια και τυφλωμένα περιστεράκια!
Οι αρχαίοι έτρωγαν όχι μόνο τα περιστέρια αλλά όλα τα πετούμενα, ακόμη και τα μικρά σπουργίτια, εκτός απ’ τα κοράκια, με το σκληρό και στυφό κρέας τους. Απέφευγαν όμως να τρώνε και τα ορτύκια, αφού τα φυλάγανε για τις αξιολάτρευτες ορτυκομαχίες τους μια και το χρήμα είχε και αυτό την τιμητική του θέση στην κοινωνία.
Τα προϊόντα του κυνηγιού ήταν ακόμη, κυρίως, τσίχλες, συκοφάγοι, κοτσύφια, πέρδικες, ψαρόνια, αγριόπαπιες, χήνες κ.λ.π.
Αλλά από τα πιο ζηλευτά θηράματα ήταν οι αγριόχοιροι, τα ελάφια και τα ζαρκάδια, που ζούσαν τότε σ’ όλα τα ελληνικά βουνά.
Τέλος, τα αγαθά του κυνηγιού θεωρούνταν βέβαια από τους αρχαίους ως τα πιο νόστιμα.
Η διατροφή των αρχαίων Ελλήνων όπως φαίνεται ήταν πλήρης αν αναλογιστούμε τις τροφές που υπήρχαν τότε. Και οι Έλληνες δείχνουν να ήταν περισσότερο καλοφαγάδες παρά λιτοδίαιτοι, αφού στα συμπόσια τους τις περισσότερες φορές, αν όχι πάντα, τα τραπέζια ήταν γεμάτα από πλήθος διαφόρων τροφών, και γευμάτων.
Εξάλλου, οι αρχαίοι έλεγαν πως ένα υγιές και καλό μυαλό πρέπει να βρίσκεται μέσα σε ένα υγιές σώμα. Δηλαδή όσο σημαντικό θεωρούσαν την πνευματική καλλιέργεια του ανθρώπου, τόσο σημαντικό θεωρούσαν και την καλή και σωστή διατροφή του.
Η εργασία αυτή με βοήθησε αρκετά να μάθω περισσότερα απ’ όσα γνώριζα για το διαιτολόγιο των προγόνων μας. Ήταν για μένα αρκετά σημαντική αφού μου πρόσφερε αρκετές πληροφορίες και γνώσεις για τη ζωή, γενικά, των αρχαίων Ελλήνων.
Και, πραγματικά, γνώρισα καλύτερα όχι μόνο τις διατροφικές επιλογές των αρχαίων Ελλήνων αλλά και τον τρόπο ζωής τους, γιατί πιστεύω πως μέσα από τη διατροφή κάποιου λαού μπορείς να καταλάβεις, λιγότερο ή περισσότερο, και τις καθημερινές του συνήθειες.
Πηγή: e-telescope.gr