Friday, June 12, 2009

Έλληνες και Διατροφή

Τα ψάρια στην αρχαιότητα
Το ψάρι αλλά και γενικότερα τα θαλασσινά υπήρξαν για τους Έλληνες ένα πολύ σημαντικό στοιχείο διατροφής. Εδώ και αιώνες ανέπτυξαν μια σημαντική κουλτούρα η οποία σχετιζόταν όχι μόνο με την καθαυτό αλιεία των ψαριών αλλά και με εντυπωσιακές λεπτομέρειες που αφορούσαν τις εποχιακές μετακινήσεις ή μεταναστεύσεις των αλιευμάτων, τις περιοχές αναπαραγωγής τους ακόμα και ευφάνταστες μεθόδους μαγειρικής και συντήρησης τους. Στην αρχαία ελληνική γραμματεία υπάρχουν μάλιστα και ειδικά συγγράμματα με έξοχες και λεπτομερείς περιγραφές ψαριών όπως : το «Περί Ιχθύων» του Αριστοτέλη, ο «Αλιευτικός» του Νουμηνίου, η «Αλιευομένη», του Αντιφάνους.Στην ανάπτυξη αυτής της γαστρονομικής και αλιευτικής κουλτούρας συνέβαλαν κυρίως δυο παράγοντες: Πρώτον η διαμόρφωση της ηπειρωτικής και νησιωτικής Ελλάδας η οποία βρεχόταν από τρία πελάγη , το Ιόνιο, το Αιγαίο και το Λυβικό και τροφοδοτούσε του κατοίκους των παράκτιων αλλά και παραλιμνίων περιοχών με άφθονα αλιεύματα. Ο Όμηρος μάλιστα, παρόλο που υμνεί συχνά την κρεατοφαγία, επαναλαμβάνει συχνά στα κείμενα του ότι θεωρείται παράγοντας ευδαιμονίας μιας χώρας η δυνατότητα πρόσβασης σε πλούσια αλιεύματα. Δεύτερον τα θαλασσινά ταξίδια που πολύ γρήγορα υιοθετήθηκαν από τους πρώιμους ήδη ιστορικούς χρόνους είτε ως τρόπος μετακίνησης, είτε ως τρόπος επικοινωνίας και εμπορικών συναλλαγών με άλλους πολιτισμούς γύρω από τη Μεσόγειο. Αυτό επέτρεψε στους Έλληνες να έρθουν σε επαφή με ποικίλες μεθόδους αλιείας αλλά και να αναπτύξουν την παρατήρηση των μεταναστευτικών συνηθειών των διαφόρων ψαριών όπως του δημοφιλή τόνου.


ΜΙΝΩΙΤΕΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΠΡΩΤΟΥΣ ΨΑΡΑΔΕΣ
Οι Μινωίτες αυτοί οι μικροκαμωμένοι θαλασσοπόροι κατακτητές και έμποροι φαίνεται ότι ήταν από τους πρώτους που εκμεταλλεύτηκαν τα πλούσια αλιεύματα του Αιγαίου και του Λυβικού πελάγους, πράγμα που μπορεί εύκολα κάποιος να συμπεράνει από τις λεπτομερείς απεικονίσεις θαλασσινών πλασμάτων ( όστρακα, χταπόδια, δελφίνια, χελιδονόψαρα, σκάροι) σε τοιχογραφίες, καθώς και χρηστικά και λατρευτικά αγγεία . Εντυπωσιακά μοτίβα με τεράστια χταπόδια κοσμούν τόσο τις ογκώδης πέτρινες άγκυρες όσο και τα αγγεία των Μινωιτών ενώ η πιστή αναπαράσταση σε χρυσό κόσμημα του λαιμού ,του κατεξοχήν ψαριού του Κρητικού πελάγους, του σκάρου, μαρτυρεί ότι η αλιεία στους προϊστορικούς χρόνους εξασφάλιζε ένα μεγάλο κομμάτι της καθημερινής διατροφής στους ανθρώπους της εποχής.Τον πραγματικό όμως θησαυρό των πληροφοριών για τα ψάρια και τα θαλασσινά στην καθημερινή διατροφή των Ελλήνων στα κλασσικά και ελληνιστικά χρόνια μας τον παρέχουν γραπτές πηγές, όπως ο Αθήναιος, ο Αριστοτέλης, ο Πλίνιος Στα κείμενα αυτά ανακαλύπτουμε ότι τα ψάρια αγαπήθηκαν με πραγματικό πάθος από τους Έλληνες τόσο που ορισμένοι έφταναν στο σημείο να δώσουν ονόματα ψαριών στα παιδιά τους όπως «Ιχθύων» και «Κωβιός».Την υπερβολή αυτή έρχεται να επιβεβαιώσει και ο Μύρτιλος «δίκαια, φίλοι μου, από όλα τα προσφάγια που λέγονται όψα, μόνο το ψάρι, επειδή έχει εξαιρετικά νόστιμο φαγητό, κατάφερε να πάρει αυτήν την ονομασία, λόγω των μανιακών μ’ αυτή την τροφή. Οψοφάγους λέμε λοιπόν όχι εκείνους που τρώνε βοδινά, σαν τον Ηρακλή ο οποίος με το βοδινό κρέας έτρωγε σύκα χλωρά αλλά….. εκείνους που τριγυρίζουν γύρω από τα ψαράδικα....»Χαρακτηριστικό είναι το κείμενο του Αθήναιου για τους αχινούς στο οποίο δίνονται συμβουλές ακόμη και για την εποχή συλλογής τους : «Ανάλογα με τις εποχές είναι περισσότερο ισχυροί(γεμάτοι αυγά) , ιδιαίτερα στους πανσελήνους, και τις ζεστές ήμέρες»Σε ένα άλλο απόσπασμα των Δειπνοσοφιστών διαβάζομε : « Η σαρδέλα έχει περίπου το ίδιο μέγεθος με τον κολιό. Το σκουμπρί είναι ελαφρύ και χωνεύεται εύκολα. Ο κολιός έχει γλοιώδη σάρκα και δριμύτερη γεύση αλλά είναι θρεπτικότερος....»Για τους σαργούς ο Αρχέστρατος προτείνει να μαγειρευτούν πασπαλισμένοι με τυρί και, δυνατό ξύδι, τα αυγά των ψαριών τηγανιτά σε λάδι ελιάς, και οι σουπιές μαγειρεμένες με πράσινες ελιές.Ο Αρχέστρατος φυσικά δεν θα μπορούσε να μην έχει άποψη για την μαγειρική της πελαγίσιας τσιπούρας.“Ψήσε τσιπούρα στην παραλιακή Καρχηδόνα: πρώτα ξέπλυνε την καλά. Μια εξίσου μεγάλη θα βρεις στο Βυζάντιο, με σώμα στο μέγεθος στρογγυλής ασπίδας . Καν’ τη ολόκληρη με τον εξής τρόπο: αφού την πάρεις και την καλύψεις όλη καλά με τυρί και λάδι, κρέμασε τη μέσα σε ένα ζεστό πήλινο φούρνο και στην συνέχεια ψήσ’ την εντελώς. Πασπάλισε την με αλάτι, τριμμένο κύμινο και αγουρέλαιο, μουσκεύοντας την με το θεϊκό υγρό”.Μια πλειάδα από τα ποιο συνηθισμένα και αγαπητά ψάρια αναφέρονται από τον Πλούταρχο στην περιγραφή ενός Αττικού Δείπνου το οποίο πρόσφερε ο ρήτορας Ξενοκλής : «.... Πίνες κατόπιν φέρανε στ΄ αχόλαχα δωμάτια, που τρέφει το λευκό νερό στους βράχους με τα φύκια...Κι ένα χοντρό -παχύ, κοκκινομάγουλο τριγλί (μπαρμπούνι) . Κι έπειτα ήρθε η κόρη του Νηρέα με τα αργυρά ποδάρια , η σουπιά, η στολισμένη με τις όμορφες πλεξίδες. Είδα και το περίφημο μουγκρί, επάνω σε εννιά τραπέζια......Κατόπιν ήρθε άγγελος η Ίρις η ποδήνεμος, γρήγορο καλαμάρι, και η πέρκα με το ανθηρό χρώμα, και μαζί της το μελανούρι του λαού.....Μια μόνη κεφαλή τόνου, που ήταν πιασμένος στην τρύπα του, στεκότανε μακριά μας θυμωμένη...Κατόπιν μπήκε ένας ψητός πελώριος ιππότης , ο κέφαλος της θάλασσας αλλά δεν ήταν ολομόναχος, τον ακολούθησαν και δώδεκα σαργοί. Κοντά με αυτά ερχότανε μεγάλος σκοτεινόχρωμος αμίας (γοφάρι). Η χρυσοφόρα ήρθε κατόπιν καραβίδα, έπειτα ο αστακός, που ήρθε με θώρακα οπλισμένος να κάθεται ανάμεσα στα δείπνα των θεών. Ανάκατα ήρθαν τα φαγκριά, οι τσιπούρες, γουλιάνοι μια μουρμούρα, ο γαλέος και ένα σπάρος».


ΤΑ ΑΛΙΠΑΣΤΑ
Τα συντηρημένα μικρά ψάρια ονομάζονταν στην αρχαιότατα «ταρίχη» ενώ «τεμάχη» ονομάζονταν τα παστά τεμάχια μεγάλων ψαριών όπως των σκουμπριών, της παλαμίδας και του δημοφιλή τόνου, κυρίως το μέρος της κοιλιάς, το οποίο και θεωρούνταν εκλεκτός και σπάνιος μεζές.Πολλά από αυτά έφταναν δια θαλασσής από τον Εύξεινο Πόντο και το Βυζάντιο για να διοχετευτούν τελικά στην αγορά της αρχαίας Αθήνας και από εκεί σε περιοχές που βρισκόταν μακριά από τη θάλασσα. Γενικά τα αλίπαστα ήταν τροφή την οποία προτιμούσαν οι φτωχοί μια και τα φρέσκα ψάρια ήταν πολύ ακριβά. Χαρακτηριστική είναι η περιγραφή του Άλεξι για παρασκευή ενός κομμάτι αλίπαστου τόνου ή παλαμίδας « ....Ιδού πρώτον αλίπαστον, αυτό δα το ωραίον στοιχίζει δύο οβολούς και θα πλυθεί καλά. Έπειτα εις ένα πιάτο, αφού πρώτα πασπαλίσω καρυκεύματα από πάνω, κι αφού βάλω το κομμάτι, λευκό οίνον θα του χύσω και με λάδι θα ποτίσω..»Η προτίμηση των Ελλήνων για τα αλίπαστα διατηρήθηκε σχεδόν αναλλοίωτη ακόμα και στις μέρες και θα έλεγα ότι ενισχύθηκε πολύ με την «είσοδο» των «Κωνσταντινοπολιτών» και των Ποντίων στην χώρα μας . Οι ελληνικοί πληθυσμοί της Πόλης συνήθιζαν να καταναλώνουν με ευλάβεια σχεδόν ένα κομμάτι παστό ψάρι (συνήθως λακέρδα ή τσίρο) μαζί με λίγο κρεμμύδι και μερικά φύλλα ρόκας πριν από κάθε γεύμα!Οι δε κάτοικοι του Πόντου ήταν δεινοί ψαροφάγοι. Τα χαμψιά ή χαψία δηλαδή οι γαύροι ήταν σχεδόν το εθνικό τους φαγητό. Τα έτρωγαν ωμά, πιλάφι ή τηγανιτά αλλά λόγω του ότι η παραγωγή ήταν μάλλον τεράστια τα πάστωναν με φύλλα δάφνης , λεμονόφλουδες και μαύρο πιπέρι.Σήμερα σχεδόν σε όλη την Ελλάδα κυρίως στη Βόρεια και τη νησιωτική τα ψάρια παστώνονται ή διατηρούνται με διάφορους άλλους τρόπους (λιόκαυτα, καπνιστά ή στο λάδι). Στη Μυτιλήνη από τον Ιούλιο έως τον Αύγουστο ψαρεύονται οι ονομαστές σαρδέλες της Καλλονής τις οποίες φτιάχνουν παστές όπως τις αντσούγιες. Παστές επίσης γίνονται οι μένουλες, οι σπάροι και οι μαρίδες. Λιόκαυτοι ή καπνιστοί φτιάχνονται οι λικουρίνοι (μικροί κέφαλοι), οι γούνες ( μικρά σκουμπριά), οι γόπες και οι τσίροι. Παλαιότερα ένα από τα εκλεκτότερα εδέσματα ήταν και το λιαστό χταπόδι. Η γαστρονομική αυτή κουλτούρα και η προτίμηση των Ελλήνων στα συντηρημένα ψάρια δημιούργησαν τις προϋποθέσεις για την υιοθέτηση ενός σχετικά νεοφερμένου ψαριού, του παστού μπακαλιάρου ( εισήχθηκε για πρώτη φορά στα μέσα του 15 ου αιώνα από την Ευρώπη) . Λόγω της προσιτής τιμής του το ψάρι αυτό ονομάστηκε «φτωχογιάννης» και λόγω της μεγάλης κατανάλωσης του από πληθυσμούς της ενδοχώρας «ψάρι του βουνού».Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι οι πληθυσμοί που βρίσκονται κοντά στην θάλασσα δεν κατανάλωναν παστά ψάρια ένα τέτοιο παράδειγμα είναι το νησί της Κρήτης στο οποίο παρά του ότι οι κάτοικοι του είχαν άμεση πρόσβαση στις ακτές και το φρέσκο ψάρι κατανάλωναν μεγάλες ποσότητες αλίπαστων. Το 1556 όταν ο Γάλλος γεωγράφος Andre Thevet έφτασε στο Βενετοκρατούμενο νησί έγραψε: « Οι Κρητικοί είναι πιο επιδέξιοι στο τόξο από τους Τούρκους και του Άραβες αλλά το μεγαλύτερο μέρος του λαού τρέφεται με παστό ψάρι που μεταφέρεται από την Ασία ή από την Ελλάδα» Ένα διαδεδομένος εναλλακτικός και σύντομος σχετικά τρόπος διατήρησης μικρών και μέτριων ψαριών ήταν το τηγάνισμα σε ελαιόλαδο και η εμβάπτιση τους σε μια ξιδάτη σάλτσα με δενδρολίβανο που ονομάζεται «σαβόρο». Λόγω του ξυδιού και του δενδρολίβανου, το οποίο έχει συντηρητικές ιδιότητες, τα ψάρια, συνήθως γόπες, σαυρίδια, σκουμπριά, μαρίδα ακόμα και μπαρμπούνια διατηρούνταν μέχρι και 7-8 ημέρες αναλλοίωτα.
Πηγή: mirsini.gr

Friday, June 5, 2009

Οι 12 θεοί του Ολύμπου

Εστία
Η Εστία ήταν η μεγαλύτερη κόρη και το πρώτο παιδί του Κρόνου και της Ρέας, γι' αυτό και τέθηκε επικεφαλής όλων των μεγάλων Θεοτήτων. Προστάτιδα της οικογενειακής ευτυχίας, είχε ως ιερό της το κέντρο του σπιτιού και δεν της προσφερόταν μόνο η πρώτη, αλλά και η τελευταία θυσία σε κάθε γιορταστική σύναξη του ανθρώπου. Η Εστία, η Αθηνά και η Άρτεμη, ήταν οι μόνες Θεές που πάνω τους δεν είχε δύναμη η Αφροδίτη (που είχε υποτάξει το σύνολο Θεών και ανθρώπων).

Αφροδίτη
Η Αφροδίτη, η οποία αναδύθηκε από τη θάλασσα, ήταν η Θεοποίηση της γυναικείας ομορφιάς, Θεά του έρωτα και της αγάπης. Θεοί και θνητοί, ήταν όλοι μπλεγμένοι στα ερωτικά της δίχτυα. Χαρακτηριστικότερη των περιπτώσεων, είναι ο έρωτάς της με τον Άρη και η επ' αυτοφώρω σύλληψή τους από το σύζυγό της Ήφαιστο με άθραυστες αλυσίδες, από τις οποίες τελικά τους έσωσε ο Ποσειδώνας. Αυτό βέβαια δεν την εμπόδισε να συνεχίσει τις εξωσυζυγικές της δραστηριότητες, με συνέπεια να μην αποφύγει αρκετά παρόμοια επεισόδια.


Άρης
Ο αιμοδιψής Άρης, ήταν πολεμικός Θεός, ο οποίος εκπροσωπούσε τη μανία και το παράλογο του πολέμου. Όπως ήταν φυσικό, καμία πόλη δεν τον έκανε πολιούχο της ενώ δεν ήταν ιδιαίτερα αγαπητός και στον κύκλο των υπόλοιπων Θεών. Χαρακτηριστικό του οι πολλές διαμάχες με την έτερη πολεμική Θεά, την Αθηνά, έτσι όπως μας τις περιγράφει και ο Όμηρος στην Ιλιάδα. Παραδόξως, ο καρπός του παράνομου έρωτά του με την Αφροδίτη, ήταν η Αρμονία. Ο Άρης ήταν γιος του Δία και της Ήρας. Εξαιτίας της ιδιαίτερης πολεμοχαρούς φύσης του αρκετοί συγγραφείς του 19ου αιώνα ισχυρίστηκαν ατεκμηρίωτα ότι ήταν ξένος θεός, καθώς θεωρούσαν ότι η ελληνική φαντασία αποκλείεται να δημιούργησε έναν τόσο βάρβαρο θεό. Στους μύθους ο Άρης εμφανίζεται πολεμοχαρής και προκλητικός και εκπροσωπεί την παρορμητική φύση του πολέμου. Είχε δύο γιους, τον Δείμο και τον Φόβο, που έδωσαν το όνομά τους στους αντίστοιχους δορυφόρους του πλανήτη Άρη.

Ερμής
Ο φτεροπόδαρος Ερμής, ήταν ο αγγελιοφόρος που έφερνε μηνύματα σε Θεούς και ανθρώπους, ιδιότητα που τον έκανε ιδιαίτερα δημοφιλή ανάμεσα τους. Προστάτης των εμπόρων, των οδοιπόρων και των παλαιστών, εξελίχθηκε σε Θεό του πνεύματος. Αν και οι ερωτικές του περιπέτειες ήτανε πάμπολλες, δεν κατάφερε να κατακτήσει την Αφροδίτη που πάντοτε ποθούσε. Ακόμη λειτουργεί ως ψυχοπομπός, δηλαδή οδηγεί τις ψυχές των νεκρών στον Άδη (όπως μαθαίνουμε στην Οδύσσεια), αλλά είναι και προστάτης των κλεφτών, των τυχερών παιχνιδιών και του εμπορίου.


Άρτεμις
Η Άρτεμη, δίδυμη αδελφή του Απόλλωνα, ήταν η αειπάρθενος Θεά της άγριας φύσης και του κυνηγιού, προστάτιδα των λεχώνων γυναικών και της υπαίθρου. Έτσι οι περιοχές όπου λατρεύονταν ήταν πάντα εύφορες ενώ στα μέρη που δεν την τιμούσαν, αντιμετώπιζαν την οργή της. Γι' αυτό και ένα από τα χαρακτηριστικά της ήτανε η σκληρότητά της απέναντι στους παραβάτες των δικών της κανόνων. Το τόξο, η φαρέτρα και το ελάφι την χαρακτήριζαν σαν εικόνα στην μυθολογία των Ελλήνων. Ένα από τα βασικότερα γνωρίσματα της Άρτεμης ήταν η καθολική της κυριαρχία στη φύση. Ήμερα και άγρια ζώα, ψάρια στα νερά και πουλιά στον αέρα ήταν όλα τους κάτω από την προστασία της. Ο πόλεμος μεταξύ Ελλήνων και Τρώων δε βρίσκει την Άρτεμη αδιάφορη. Μαζί με τον αδερφό της τον Απόλλωνα, τον Άρη, την Αφροδίτη και τη Λητώ συμμετέχει ενεργά με το μέρος των Τρώων. Τα σύμβολα της Άρτεμης ήταν πολλά και ποικίλα. Ξεκινούσαν από ζώα και φυτά και κατέληγαν σε όπλα: κατσίκα, τράγος, ελάφι, αρκούδα, σκύλος, φίδι, δάφνη, φοίνικας, κυπαρίσσι, σπαθί, φαρέτρα, ακόντιο και άλλα.


Απόλλωνας
Μέγας θεός του Ελληνικού Πανθέου , με γύρω στις 350 επικλήσεις, προσωνύμια και τοπικές λατρείες του, θεραπευτής, μάντις και ηλιακός (“Φοίβος”). Γεννήθηκε από το θεό Δία και τη θεομητρική θεότητα Λητώ . Ο Απόλλωνας ήταν ο Θεός του φωτός, της μουσικής και της Αρμονίας. Γεννημένος στο ιερό νησί της Δήλου, ανέβηκε από την πρώτη κιόλας μέρα στον Όλυμπο. Κάποτε, ύστερα από πολλές περιπλανήσεις, έφτασε στους Δελφούς, σκότωσε το φοβερό Πύθωνα που φύλαγε τις πηγές (εξ' ου και το επίθετο "Πύθιος" και η ιέρεια "Πυθία") και ίδρυσε το πρώτο μαντείο. Ιερά φυτά του η δάφνη, ο ηλίανθος, η άρκευθος, η μυρίκη, το ηλιοτρόπιο και ο υάκινθος. Η Δάφνη είναι η γυναίκα που αγάπησε ο μεγάλος Έλληνας θεός όμως χωρίς μεγάλη επιτυχία. Έτσι μετά από θερμή επίκλήσή της στη Γαία μεταμορφώθηκε στο ομώνυμο φυτό. Ο Απόλλων παρά του ότι δε βρήκε ανταπόκριση στο ερωτικό του κάλεσμα στη Δάφνη την τίμησε κάνοντας την το γνωστότερο ιερό του φυτό. Ο Υάκινθος αποτελεί επίσης ένα αγαπημένο πρόσωπο για τον θεό του Ήλιου. Όπως και στη Θεά Αθηνά, ιερός αριθμός του είναι το Επτά (δηλαδή ο αριθμος της πληρότητας, του πνεύματος και του μακροκόσμου)


Ήφαιστος
Ο Ήφαιστος, ο δύσμορφος Θεός, που όμως ήταν πανέξυπνος και εφευρετικότατος, άρχοντας των κατασκευών και της μεταλλουργίας, επιδέξιος και δυνατός τεχνίτης. Όχι μόνο έπλασε με πηλό την πρώτη θνητή γυναίκα (την Πανδώρα), αλλά έφτιαξε και τα πρώτα ρομπότ / αυτόματα: τον Τάλω (φρουρό της Κρήτης), χρυσά κορίτσια, χάλκινα σκυλιά.


Δήμητρα
Η Δήμητρα, Θεά της βλάστησης και της γεωργίας, προστάτευε ιδιαίτερα τις καλλιέργειες δημητριακών και τους αγρότες. Ήταν επίσης αυτή που θέσπισε τα Ελευσίνια Μυστήρια. Μια από τις μεγαλύτερες και παλαιότερες θεές του αρχαίας ελληνικής μυθολογίας, η Δήμητρα, στον έρωτα, ήταν μια από τις πλέον ακατάδεκτες θεές. Όμως, ο Δίας μεταμορφωμένος σε ταύρο κατόρθωσε να την ξεγελάσει κι από την ένωσή τους προέκυψε η Περσεφόνη. Η Δήμητρα και η κόρη της Περσεφόνη ήταν οι κεντρικοί χαρακτήρες στα Ελευσίνια μυστήρια και πιθανότατα ήταν θεότητες που λατρευόντουσαν πριν από το Δωδεκάθεο.Στο έργο Βιβλιοθήκη του Απολλόδωρου η Δήμητρα εμφανίζεται σαν το δεύτερο παιδί του Κρόνου και της αδελφής του Ρέας (μετά την Εστία). Εκτός από τη Βιβλιοθήκη του Απολλόδωρου σημαντικές πηγές όπου αναφέρεται η Δήμητρα είναι οι Ομηρικοί Ύμνοι που αναφέρονται σε αυτήν, ο Ησίοδος με τη Θεογονία του και ο Παυσανίας.


Αθηνά
Η Αθηνά κατά την Ελληνική μυθολογία ήταν η θεά της σοφίας, της στρατηγικής και του πολέμου. Η ετοιμολογία του ονόματος Αθηνά προέρχεται από το Α-θεο-νόα ή Η-θεο-νόα, δηλαδή η νόηση του Θεού κατά τον Πλάτωνα . Συσχετίζεται από τους Ετρούσκους με τη θεά τους Μένρβα, και αργότερα από τους Ρωμαίους ως Μινέρβα, συμβολίζεται από μια κουκουβάγια, έφερε μια ασπίδα από δέρμα κατσίκας, ονομαζόμενη Αιγίς που της είχε δοθεί από τον πατέρα της και συνοδεύεται από τη θεά Νίκη. Η Αθηνά συχνά βοήθησε ήρωες. Είναι οπλισμένη, ποτέ ως παιδί, πάντα παρθένος. Ο Παρθενώνας στην Αθήνα είναι ο πιο διάσημος ναός αφιερωμένος σ' αυτήν. Ποτέ δεν είχε σύντροφο ή εραστή, αν και μια φορά ο Ήφαιστος προσπάθησε και απέτυχε. Ο Ηρόδοτος και ο Πλάτων λανθασμένα ταυτίζουν την Αθηνά με τη Λίβυα θεά Νέιθ. Η Αθηνά ήταν η αγαπημένη κόρη του Δία. Μητέρα της ήταν η Μήτις, πρώτη γυναίκα του Δία. Ο ίδιος ο Δίας, φοβούμενος ότι η Μήτις θα γεννούσε ένα γιο ισχυρότερο από τον ίδιο, την κατάπιε. Αργότερα, ο Δίας άρχισε να υποφέρει από πονοκεφάλους και κάλεσε τον Ήφαιστο να τον βοηθήσει. Τότε ο Ήφαιστος με ένα μεγάλο σφυρί χτύπησε το κεφάλι του Δία και πετάχτηκε η Αθηνά πάνοπλη, φορώντας περικεφαλαία και κρατώντας μια ασπίδα. Η Αθηνά και ο Ποσειδώνας διεκδικούσαν την ίδια πόλη. Ανέβηκαν λοιπόν στο βράχο της Ακρόπολης και ενώπιον των Αθηναίων αποφάσισαν ότι όποιος προσέφερε το ωραιότερο δώρο θα την αποκτούσε. Ο Ποσειδώνας χτύπησε σε μια πλευρά του λόφου με την τρίαινά του και αμέσως ανάβλυσε ένα πηγάδι. Ο λαός θαύμασε, αλλά το νερό ήταν αλμυρό σαν το νερό της θάλασσας, που κυρίευε ο Ποσειδώνας κι έτσι δεν ήταν πολύ χρήσιμο. Το δώρο της Αθηνάς ήταν ένα δέντρο ελιάς, κάτι που ήταν καλύτερο, μιας και παρείχε στην πόλη τροφή, λάδι και ξυλεία. Έτσι, κέρδισε τη μονομαχία η Αθηνά και ονόμασε την πόλη της Αθήνα.


Ποσειδώνας
Στην Ελληνική μυθολογία ο Ποσειδώνας είναι ο Θεός της θάλασσας, των ποταμών, των πηγών και των πόσιμων νερών.Γιος του Κρόνου και της Ρέας και αδελφός του Δία κατοικούσε πότε στον Όλυμπο και πότε στο παλάτι του στα βάθη της θάλασσας, όπου ζούσε και η γυναίκα του, η Νηρηίδα Αμφιτρίτη. Κατά μια εκδοχή μεγάλωσε στη Ρόδο όπου, μετά την ένωσή τους με την Αλία, αδελφή των Τελχινών, γεννήθηκαν έξι γιοι και μια κόρη, η Ρόδη, που έδωσε το όνομά της στο νησί. Ήταν πατέρας ακόμα του Θησέα, αλλά και του Προκρούστη και του Σκίρωνα και γιγάντων: των δίδυμων Ώτου και Εφιάλτη (από την ένωσή του με την Ιφιμέδεια, κόρη του βασιλιά της Θεσσαλίας), του Τιτυού (από την Ελαρά, κόρη του Ορχομενού και του Ωρίωνα (από την Ευρυάλη, κόρη του Μίνωα. Θεωρούνταν ακόμα εξημερωτής του πρώτου αλόγου αλλά και γεννήτορας του μυθικού αλόγου Πήγασου. Σαν θεός της θάλασσας, ο Ποσειδώνας ταξίδευε με το χρυσό άρμα του πάνω στα κύματα, που άνοιγαν χαρούμενα στο πέρασμά του, ενώ γύρω του έπαιζαν δελφίνια. Με την τρίαινά του μπορούσε τόσο να δημιουργεί τρικυμίες όσο και να ηρεμεί τα νερά. Θεωρούνταν προστάτης των ναυτικών και των ψαράδων κι ακόμα, σαν υπεύθυνο για γεωλογικά φαινόμενα όπως τους σεισμούς, του προσφέρονταν θυσίες και επικλήσεις για τη σταθερότητα του εδάφους και την ασφάλεια των κτιρίων, ενώ τιμούνταν και με ιπποδρομίες. Σύμβολά του ήταν η τρίαινα, το ψάρι (συνήθως τόνος ή δελφίνι) και σπανιότερα το άλογο ή ο ταύρος. Η προσωπική του έχθρα με τον Οδυσσέα, ήταν η αιτία που ο τελευταίος χρειάστηκε να θαλασσοδέρνει για δέκα χρόνια ώσπου να καταφέρει να επιστρέψει στην Ιθάκη.


Ήρα
Στην ελληνική μυθολογία, η Ήρα ήταν αδερφή και γυναίκα του Δία, κόρη του Κρόνου και της Ρέας. Ήταν η θεά του γάμου και προστάτιδα των γυναικών. Ζήλευε τον άνδρα της Δία για τις απιστίες του προς αυτήν και πολλές φορές εκδικούνταν τις γυναίκες με τις οποίες την απατούσε ο Δίας. Η γέννηση της βασίλισσας των θεών τοποθετείται σε διάφορα σημεία.Μερικά από αυτά είναι η Σάμος ή η Στυμφαλία ή η Εύβοια. Η μοίρα της δεν ήταν διαφορετική από αυτή των αδερφών της. Ο Κρόνος την κατάπιε, προσπαθώντας να πολεμήσει τη μοίρα του,καθώς η Γαία και ο Ουρανός του είχαν προφητεύσει πως ένας απόγονος του θα διεκδικούσε την εξουσία.Μόνο όταν η Ρέα κατόρθωσε, με τέχνασμα, να ξεγελάσει τον Κρόνο, τότε η Ήρα, μαζί με τα υπόλοιπα αδέρφια της, ξαναείδε το φως. Μετά την εκθρόνιση του Κρόνου, ο Δίας τη ζήτησε σε γάμο. Εκείνη αρνήθηκε.Τρελός από έρωτα για την αδερφή του ο Δίας δεν παραιτήθηκε από τους σκοπούς του. Μια βροχερή, χειμωνιάτικη μέρα, καθώς η θεά περπατούσε στο δάσος, ο Δίας μεταμορφώθηκε σε κούκο και έπεσε στα πόδια της ανυποψίαστης Ήρας. Η θεά λυπήθηκε το μισοπαγωμένο πλασματάκι. Έσκυψε, το πήρε στην αγκαλιά της, το χάιδεψε και το ζέστανε στους παρθενικούς της κόρφους. Τότε ο βασιλιάς των θεών πήρε την πραγματική του μορφή.Επιβλητικός και πανίσχυρος εξουδετέρωσε και τις τελευταίες αντιστάσεις της θεάς. Η Ήρα νικήθηκε, υποτάχτηκε, έγινε για πάντα δική του, αφού πρώτα εξασφάλισε "υπόσχεση γάμου". Κατα μία εκδοχή ο μύθος της ένωσης του Δία και της Ήρας συμβόλιζε την ένωση της καθαροτητας του Ουρανού (εκφραστής του ο Δίας) με τον Αέρα,στοιχείο ζωτικής σημασίας για τον άνθρωπο,που εκφραστής του ήταν η Ήρα. Από το γάμο της Ήρας και του Δία γεννήθηκαν ο Άρης,η Ήβη και η Ειλείθυια. Σύμφωνα με τον Όμηρο γεννήθηκε και ο Ήφαιστος ενώ κατα τον Ησίοδο η Ήρα γέννησε μόνη της τον Ήφαιστο χωρίς τη συμμετοχή του Δία. Συχνά η Ήρα περιγραφόταν ή απεικονιζόταν κρατώντας κάποιο σκήπτρο ως σύμβολο κυριαρχίας ή έχοντας στα χέρια της ρόδι (σύμβολο γονιμότητας). Άλλα γνωστά σύμβολα της Ήρας ηταν το παγώνι, ο κούκος που συμβόλιζε τον ερχομό της άνοιξης και διάφορα λουλούδια και φυτά που συμβόλιζαν την ευλογία της φύσης. Προς τιμή της Ήρας, γίνονταν γιορτές σε πολλές πόλεις της αρχαίας Ελλάδας και ονομαζόταν Ηραία. Τα λαμπρότερα Ηραία γινότανε στο Άργος, τη Σάμο και την Ολυμπία. Οι ναοί προς τιμήν της Ήρας είχαν το όνομα Ηραίον. Το πιο σημαντικό Ηραίον στον Ελλαδικό χώρο είναι το Ηραίον της Σάμου.


Δίας ή Ζευς
Ο Δίας ή Ζευς είναι ο νεότερος γιος του Κρόνου και της Ρέας. Είναι η ύψιστη θεότητα του αρχαιοελληνικού πανθέου, καθώς και θεός του ουρανού και του κεραυνού . Η γέννησή του αρχίζει με τους πόνους της Μεγάλης Μητέρας Ρέας στη Λύκτυ της Κρήτης, όπου έκρυψε το παιδί της στο σπήλαιο του βουνού Αιγαίου. Σύμφωνα με μια άλλη παράδοση ο Ζεύς γεννήθηκε στην Αρκαδία, στο όρος Λυκαίον. Κατόπιν έλουσε το βρέφος στην πηγή του ποταμού Νέδα, που ανέβλυσε τότε για πρώτη φορά και κατόπιν μετέβη στην Κρήτη όπου τον παρέλαβαν για να τον φροντίσουν οι Δικταίες νύμφες, οι συντρόφισσες των Κουρητών ή Κορυβάντων. Στην Κρήτη αναφέρονται αρκετά σπήλαια που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο εμπλέκονται στην ανατροφή ή την προστασία του θεού. Ο Δίας υπήρξε ανέκαθεν μετεωρολογικός θεός, ελεγκτής της αστραπής, του κεραυνού και της βροχής. Ο Θεόκριτος περίπου το 265 Π.Κ.Ε. έγραψε: «άλλοτε είναι καθαρός ο Δίας, άλλοτε βρέχει». Στό ομηρικό έπος της Ιλιάδας έστελνε τους κεραυνούς στους εχθρούς του. Άλλα εμβλήματά του, ήταν ο αετός και η αιγίς.